«Του Δομοκού το Κάστρο»

Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης

Τούτο το κάστρο, η αρχαία ακρόπολη του Δομοκού, που τα χνάρια της χάνονται στην αχλύ του μύθου και της ιστορίας, κουβαλά μακραίωνη και βαριά κληρονομιά. Την ίδρυσε ο Θαύμακος την προομηρική εποχή κι από τότε δεσπόζει αγέρωχη εκεί ψηλά στο θεόρατο βράχο απ’ όπου, αψηφώντας τον χρόνο και τον καιρό, αγναντεύει το κάμπο της Θεσσαλίας, που κείνους τους χρόνους λέγεται πως ήταν μια μεγάλη γαλήνια θάλασσα. Φύσει οχυρότατη η θέση  αυτή της Ακρόπολης των Θαυμακών, σε υψόμετρο 616 μ., είχε καταστεί απρόσβλητη ώστε να δεσπόζει των περίφημων στενών «Κοίλων» στην Όθρη. Πολλοί λένε πως η πόλη και το κάστρο της πήρε από τούτη τη θαυμαστή θέα τ’ όνομά της, «Θαυμακία, Θαυμακοί ή Θαυμακός», κι όχι απ’ το γέρο βασιλιά της.

Εδώ βασίλεψαν μυθικοί ήρωες όπως ο γιος του Θαύμακου και αργοναύτης Ποίαντας, αλλά κι ο γιος του δεύτερου Φιλοκτήτης, ήρωας και πορθητής της Τροίας με τα φαρμακερά βέλη που του χάρισε ο ημίθεος Ηρακλής. Η Ομηρική Θαυμακία εκτεινόταν μέχρι τα παράλια του Αλμυρού και μαζί με την Μεθώνη, Μελίβοια και Ολιζώνα αποτελούν την τετράδα των πόλεων του Φιλοκτήτη, ο οποίος έλαβε μέρος με επτά πλοία στην πολιορκία της Τροίας. Η ακρόπολη μετά τον Τρωικό πόλεμο ακολούθησε την τύχη των άλλων πόλεων της Αχαΐας Φθιώτιδος και το 338 π.Χ. υποτάχθηκε στους Μακεδόνες, τον Φίλιππο και τον Μέγα Αλέξανδρο, ως την υποταγή της στους Ρωμαίους το 146 π.Χ. Κατά τον Αντιοχικό πόλεμο (192-188 π.Χ.) κυριεύθηκε από το Βασιλιά της Συρίας Αντίοχο Γ΄ το Μέγα, αλλά αναγκάστηκε να παραδοθεί τελικά στον Ρωμαίο Ύπατο Ακίλιο Γλαβρίωνα.

Η ακμή της πόλης πρέπει να διακόπηκε κατά την περίοδο της Ρωμαϊκής κυριαρχίας, αν και κατοικείται συνεχώς, αλλά κατά τους Βυζαντινούς χρόνους ανακτά την αίγλη της και καθίσταται σημαντικό εμπορικό και αμυντικό κέντρο της Ελλάδας, εξακολουθώντας να ακμάζει και στη Φραγκοκρατία, ως την υποταγή του στους Οθωμανούς του Βογιαζήτ Α΄ το 1393. Η ακρόπολη του Δομοκού και μικρή έκταση γύρω από αυτή κατοικούνταν κατά την Τουρκοκρατία από διακόσιες περίπου οικογένειες Ελλήνων και εκατό Τούρκων.

Σε μικρή απόσταση από τον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου και προς τη νότια πλευρά της ακροπόλεως σωζόταν μέχρι το1900 κάτω από τον απόκρημνο βράχο ύψους 50 περίπου μέτρων, αρχαίος βωμός αφιερωμένος στο θεό του κάτω κόσμου, τον Πλούτωνα. Ο βωμός πιθανότατα καταπλακώθηκε κατά το γκρέμισμα της ενετικής οχύρωσης του φρουρίου, το οποίο επιχειρήθηκε να συντηρηθεί πρόχειρα και χωρίς μελέτη, με αποτέλεσμα να χαθούν σημαντικά στοιχεία, αλλά και η μεγαλοπρέπειά του.

Το φρούριο αυτό, του Δομοκού το Κάστρο, με το μεγάλο Πελασγικό τείχος, φέρει ίχνη της Ελληνιστικής περιόδου, αλλά και προσθήκες των Ενετών και των Φράγκων, με τους Τούρκους να χτίζουν εκεί στρατώνες για την άμυνα της πόλης κατά την οθωμανική κυριαρχία.  Η έκταση του αρχαίου φρουρίου στην κορυφή του βράχου είναι 3585,65 τ.μ..

Με το από 25/26 Φεβρουαρίου 1922 Βασιλικό Διάταγμα, το Φρούριο του Δομοκού κηρύχθηκε «προέχον Βυζαντινό Μνημείο» και υπήχθη στις διατάξεις του Ν. 2447, ως Μεσαιωνικό Κάστρο. Το 1958 αγοράστηκε από το Δήμο Δομοκού με το υπ. αριθ. 42017/27-6-1958 πωλητήριο του Υπουργείου Οικονομικών και μεταγράφηκε στα βιβλία Μεταγραφών του Δήμου Θαυμακώνστον τόμο 43 και  αυξ. αριθ. 318.
Το περίλαμπρο και σπουδαίο αυτό δείγμα πολιτιστικής κληρονομιάς θα μπορούσε να αξιοποιηθεί τουριστικά διαδραματίζοντας σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη του τόπου, με την ανέγερση μνημείου στο ίδιο σημείο, το οποίο θα υπενθυμίζει τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην περιοχή από την εποχή της κτίσεώς του έως και τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897.

Δημήτρης Β. Καρέλης
Συγγραφέας- Αρθρογράφος -Πολιτισμολόγος,
Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό
της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ.

Περισσότερα στο βιβλίο του Δημήτρη β. Καρέλη, «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας: Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού»

Εικόνες από το φωτογραφικό αρχείο Δημήτρη Β. Καρέλη.
Το κείμενο και οι φωτογραφίες αναδημοσιεύονται αυστηρά και μόνο με άδεια του κατόχου και δημιουργού.
1897

1920


1920

1935