«Νικηφόρος Λύτρας: Ο γενάρχης της νεοελληνικής τέχνης» Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φθιώτιδος

Νικηφόρος Λύτρας: Ο γενάρχης της νεοελληνικής τέχνης
Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ
 O Νικηφόρος Λύτρας είναι ο γενάρχης της νεοελληνικής ζωγραφικής και ο ουσιαστικός εισηγητής στην Ελλάδα της ηθογραφικής ζωγραφικής. Είναι από τις πιο σημαντικές καλλιτεχνικές φυσιογνωμίες της Ελλάδος του 19ου αιώνος και πρωτοπόρος στη διαμόρφωση της διδασκαλίας των Καλών Τεχνών στην Ελλάδα.
Γεννήθηκε το 1832 στον Πύργο της Τήνου, στο χωριό των καλλιτεχνών. Ο πατέρας του, Χατζή – Αντώνης Λύτρας, ήταν λαϊκός μαρμαρογλύπτης και είναι γνωστός από τις πολλές μαρμαρικές εργασίες του, όπως στα Παλαιά Ανάκτορα Αθηνών, σημερινό μέγαρο της Βουλής των Ελλήνων, στο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου, στις Ιερές Μονές Παντοκράτορος, Οσίου Ξενοφώντος, Κωνσταμονίτου του Αγίου Όρους και σε πολλές εκκλησίες σε διάφορα μέρη του ελλαδικού χώρου.
Από μικρό παιδί είχε το ταλέντο της ζωγραφικής. Ζωγράφιζε στους τοίχους του σπιτιού του και σε χαρτί πρόσωπα και τοπία με μεγάλη επιτυχία. Το 1850 σε ηλικία 18 ετών πήγε στην Αθήνα με τον πατέρα του και ενεγράφη στο Σχολείο των τεχνών που αργότερα ονομάστηκε Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Εκεί εσπούδασε ζωγραφική με δασκάλους τον Λουδοβίκο Θείρσιο, τους αδελφούς Μαργαρίτη και τον Ιταλό Ραφαέλο Τσεκόλι. Οι διδάσκαλοί του διέκριναν την πρώιμη άνθηση της καλλιτεχνικής ιδιοφυΐας και πολύ ενωρίς κατέστησαν τον Νικηφόρο συνεργάτη τους. Μάλιστα ο Θείρσιος τον πήρε βοηθό του στη διακόσμηση της Ρωσικής Εκκλησίας Αθηνών.
Έλαβε μέρος σε πολλές εκθέσεις και διαγωνισμούς των Αθηνών και έτυχε πολλών τιμητικών διακρίσεων και επαίνων. Το 1860 με υποτροφία της κυβερνήσεως μετέβη στο Μόναχο, στην Βασιλική Ακαδημία των καλών τεχνών και ευρέθηκε στην καρδιά της ευρωπαϊκής καλλιτεχνικής ζωής. Εκεί δάσκαλος του ήταν Πιλότυ, βασικός εκπρόσωπος της ιστορικής ρεαλιστικής ζωγραφικής στη Γερμανία. Αργότερα όμως με την έξωση του Βασιλέως Όθωνος το ελληνικό κράτος διέκοψε την υποτροφία και τις σπουδές του ανέλαβαν το Ιερό Ιδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου και ο εύπορος Βαρόνος Σιμεών Σίνας, πρέσβης της Ελλάδος στη Βιέννη. Το 1865 υποδέχθηκε το Μόναχο τον συμπατριώτη του Νικόλαο Γύζη, που πήγε εκεί για να σπουδάσει κοντά στον Πιλότυ και μαζί επισκέφθηκαν εκθέσεις, μουσεία και εξοχές του Μονάχου.
Μετά τις σπουδές του στο εξωτερικό επέστρεψε στην Αθήνα και διορίσθηκε καθηγητής στο Σχολείο Καλών Τεχνών στην έδρα της ζωγραφικής, την οποία κατείχε επί 38 χρόνια. Στη Σχολή ο Λύτρας εργάσθηκε ευσυνείδητα ως ζωγράφος και ως καθηγητής και πολύ ενωρίς εγνώρισε την αναγνώριση και τη δόξα.  Ανέδειξε πολλούς και μεγάλους ζωγράφους μαθητές του, μεταξύ των οποίων ο Γεώργιος Ιακωβίδης, ο Περικλής Πανταζής, ο Γεώργιος Ροϊλός και ο Νικόλαος Βώκος. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα επεσκέφθη μαζί με τον φίλο του και συμπατριώτη του καλλιτέχνη – ζωγράφο Νικόλαο Γύζη την Κωνσταντινούπολη, την Μικρά Ασία και την Αίγυπτο, εκεί όπου υπήρχαν ακμάζουσες παροικίες Τηνίων. Σκοπός του ταξιδιού ήταν η γνωριμία με τους τόπους της ελληνικής ιστορίας για την καταγραφή μορφών, εθίμων, παραδόσεων, τις οποίες μετά απετύπωσε σε θαυμάσιους πίνακες. Πολλές φορές μαζί με τον Νικόλαο Γύζη επεσκέφθηκε το Μόναχο και το Παρίσι, όπως το 1874 μέχρι το 1875, τον Σεπτέμβιο του 1876 κ.α. Το 1879 παντρεύτηκε την Ειρήνη Κυριακίδη, κόρη εμπόρου από τη Σμύρνη, με την οποία απέκτησε έξι παιδιά. Ο Νικόλαος, ένα από τα παιδιά του, αναδείχθηκε και αυτός ένας σημαντικός ζωγράφος με πλούσιο συγγραφικό έργο.   
Το 1904 σε ηλικία 72 ετών απεβίωσε στην Αθήνα μετά από σύντομη ασθένεια, που οφείλονταν σε δηλητηρίαση από χημικές ουσίες χρωμάτων. Ο μεγάλος ζωγράφος ως δημιουργός και δάσκαλος σημάδεψε την πορεία της νεοελληνικής ζωγραφικής. «Η αγάπη προς το ωραίον είναι η γέφυρα μεταξύ Θεού και ανθρώπου» έλεγε.
Οι ανεξάντλητοι θησαυροί της ψυχής του και η διεισδυτικότητα του πνεύματός του σε συνδυασμό με την λεπτότητα, την ευαισθησία και την ευρύτητα της καλλιτεχνικής του ιδιοσυγκρασίας κατέστησαν την ζωγραφική του μοναδική και εξέχουσα. Η ευγένεια των στάσεων και των χειρονομιών, η γαλήνη και η πνευματικότητα, η αφοσίωση σε ιδεώδη, η έλλειψη βιαίων συγκρούσεων και δραματικών αποδόσεων παθών εκφράζουν τον εσωτερικό κόσμο του καλλιτέχνου, κόσμου ποιότητος και μεγάλης εσωτερικής πληρότητος. Ο Νικηφόρος Λύτρας ευρίσκεται αυτούσιος στους ηθογραφικούς πίνακες, στις συνθέσεις εκείνες που διαλάμπει η θερμή και φωτεινή του αγάπη προς το ελληνικό σπίτι και την ελληνική ζωή. Στα έργα του υπάρχει ο ήρεμος και συγκρατημένος πόνος, η αγάπη που ωραιοποιεί τις βαναυσότητες, η εγκαρτέρηση, η περισυλλογή, η νοσταλγία. Είναι λυρικός χωρίς μεγαλοπρεπείς εξάρσεις. Είναι ποιητής χωρίς να παραμερίζει τις καλλιτεχνικές αξίες.
Μεγαλωμένος σε ένα αγνό, φυσικό και παραδοσιακό περιβάλλον, όπως ήταν το χωριό του, με την γνήσια ευσέβεια, την βιωματική πίστη και τις παραδοσιακές χριστιανικές αρχές, από την παιδική του ηλικία είχε διαμορφώσει ένα καλλιτεχνικό χαρακτήρα με ευαισθησία, όχι μόνο στο αγαθό και ωραίο, αλλά συγχρόνως στο ηθικό και άγιο. Όλη του τη ζωή και όλα του τα έργα διαπνέονται από αυτό το ήθος, το οποίο βγάζει από τα εσώτερα της ψυχής του δίνοντας το δικό του μήνυμα μέσα από μορφές, σκηνές και περιστατικά της εποχής του, που με χάρη περιγράφει με το χρωστήρα του.
Κατά την περίοδο του Μονάχου ο Λύτρας ασχολήθηκε με την λεγομένη «ιστορική ζωγραφική» με θέματα από την ελληνική μυθολογία και ιστορία. Στην περίοδο αυτή συγκαταλέγονται τα έργα του: «Ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’», «Η Πηνελόπη διαλύει τον ιστό της», «Η Αντιγόνη εμπρός στο νεκρό Πολυνείκη», «Η πυρπόληση του Κανάρη» κ.α.
Με την επιστροφή του στην Ελλάδα ασχολήθηκε με προσωπογραφίες. Καταξιωμένος καθώς ήταν στους πνευματικούς και καλλιτεχνικούς κύκλους των Αθηνών αναλάμβανε προσωπογραφίες μεγάλων προσωπικοτήτων. Εκείνος ήταν ο επίσημος προσωπογράφος της υψηλής κοινωνία των Αθηνών. Εφιλοτέχνησε ολόσωμα μνημειακά πορτρέτα των οικογενειών Σερπιέρη, Καυτατζόγλου, Διευθυντών της Εθνικής Τραπέζης, Βασιλέων, του Συγγρού, του Ρενιέρη, του Καλλιγά, του Ριζάρη κ.α. Στα εικονιζόμενα πρόσωπα με ψυχογραφική διεισδυτικότητα έδωσε τα διακριτικά γνωρίσματα της υπεροχής εκάστου. 
 Ο αγιασμός των υδάτων εν Τήνω (1902). Aπό τα τελευταία έργα του Νικηφόρου Λύτρα
Επίσης ασχολήθηκε με θέματα της ζωής στο χωριό και την πόλη. Οι ηθογραφίες του ανταποκρίθηκαν στην κυρίαρχη ιδεολογία της εποχής και στο γενικό αίτημα για την απόδειξη της ιστορικής συνέχειας των Ελλήνων. Τα γραφικά έθιμα ενέπνευσαν μερικά από τα πιο γνωστά ηθογραφικά του έργα: «Ψαριανό μοιρολόι», «Ο γαλατάς», «Η αναμονή», «Τα κάλαντα», «Επιστροφή από το πανηγύρι», «Θυμίαμα στον τάφο», «Μητέρα με ένα παιδί», «Τα άνθη του επιταφίου», «Το αυγό του Πάσχα», κ.α. Το έργο του «Ο αγιασμός των υδάτων εν Τήνω» είναι από τα τελευταία έργα του (1902) και εκφράζει τον συναισθηματικό δέσιμο με την ιδιαιτέρα του πατρίδα, τη νοσταλγία των ωραίων παραδόσεων του τόπου του και την γνήσια πίστη του. Η εικόνα της Παναγίας, που κρατάει μέσα στη βάρκα ο σεβάσμιος Αρχιμανδρίτης, είναι η αγία εικόνα της Μεγαλόχαρης με το συγκεκριμένο σχήμα και με τον μέχρι σήμερα καθιερωμένο τύπο μεταφοράς της (μέσα σε θήκη και με χοντρό κορδόνι, που στηρίζεται στον αυχένα και με την συνοδεία του Διακόνου και του εικονοφύλακα).           
Τα έργα των τελευταίων του χρόνων  επηρεάζονται από θρησκευτικές ανησυχίες και προβληματισμούς. Οι πίνακές του έχουν μια ασκητική υπέρκοσμιότητα και εκφράζουν την μελαγχολία των γηρατειών, αλλά και την πίστη της αιωνιότητος. Έργα του Νικηφόρου Λύτρα υπάρχουν σε ιδιωτικές συλλογές και σε μουσεία. Επίσης έργα του κατέχει το Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου στην πινακοθήκη του. Η μεγάλη εικόνα της ενθρόνου Θεοτόκου (ελαιογραφία σε καμβά), έργο του 1855, κοσμεί το γραφείο της Διοικούσης Επιτροπής του Ιδρύματος. Στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου Χαϊδαρίου υπάρχουν τοιχογραφίες του Νικηφόρου Λύτρα (Ο αποκεφαλισμός του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, η Αγία Παρασκευή, ο Άγιος Γεώργιος έφιππος να φονεύει τον δράκοντα, η Παναγία βρεφοκρατούσα και η Πλατυτέρα στην κόγχη του Ιερού).
Μεγάλες και πολλές ήταν οι τιμητικές διακρίσεις του Νικηφόρου Λύτρα. Με το μεγάλο και σπουδαίο έργο του άνοιξε τον δρόμο της ελληνικής ζωγραφικής, γι’ αυτό προσφυέστατα ονομάστηκε γενάρχης και πατριάρχης της ελληνικής τέχνης. 
imfth.gr
Νεότερη Παλαιότερη