Μεταλλεία Ομβριακής Δομοκού: Όταν η φύση κλείνει τις πληγές της…

 

Μεταλλεία Ομβριακής Δομοκού: Όταν η φύση κλείνει τις πληγές της…


Γράφει ο Δημήτρης Β. Καρέλης


Στην περιοχή του Δομοκού, στην παλιά εθνική οδό Λαμίας – Λάρισας, στα σημερινά όρια της Ομβριακής, υπήρχαν και άκμασαν κάποτε, σημαντικά μεταλλεία πυρίμαχου χρωμίτη. Η σκληρή πέτρα, που στράβωνε τα υνιά των ντόπιων γεωργών, «πρόδωσε» την ύπαρξη του μεταλλεύματος, με αποτέλεσμα να αρχίσει γοργά και με περισσή φροντίδα η εκμετάλλευση των πλούσιων κοιτασμάτων του πολύτιμου χρωμίτη.



Λίγα λόγια για το χρωμίτη


Ο χρωμίτης είναι ορυκτό οξείδιο του σιδήρου και του χρωμίου.[1] Το όνομά του προέρχεται από το κύριο συστατικό του, το χρώμιο, που λέγεται έτσι επειδή προσδίδει χρώμα όταν αναμιγνύεται με άχροα συστατικά. Αν η περιεκτικότητα σε αργίλιο είναι μεγάλη, τότε ο χρωμίτης λέγεται πυρίμαχου τύπου, ενώ αν υπερισχύει η περιεκτικότητα σε χρώμιο λέγεται μεταλλουργικού τύπου. Αποτελεί το μοναδικό μετάλλευμα χρωμίου. Ο πυρίμαχος χρωμίτης της Ελλάδας εξαγόταν για πολλά χρόνια, σταθερά, από δύο μεταλλεία, το μεταλλείο Τσαγκλί Φαρσάλων και το μεταλλείο Δομοκού. Στο μεταλλείο Δομοκού, το γνωστό μήκος του κοιτάσματος υπερβαίνει τα 800 μέτρα.[2]




Το χρονικό της δημιουργίας των Μεταλλείων


 Τα μεταλλεία χρωμίου,[3] στα Μεταλλεία Δομοκού, ανακαλύφθηκαν στις αρχές του 20ου αιώνα και η πρώτη εκμετάλλευσή τους άρχισε το 1908, απ' τις οικογένειες Καρατζά και Βαρβατάκη από το Δομοκό, για να μεταβίβασε αργότερα στην Εταιρία «Μεταλλευτική Ένωσις» (Société «Union Minière», έδρα Αλχανί, Δομοκός). Η εταιρία, που ήταν κυρίως Γαλλικών συμφερόντων, χρηματοδοτήθηκε τότε από την «Τράπεζα των Αθηνών» (Bank of Athens).  Το ορυχείο, αναφερόταν αρχικά ως «ορυχείο Αλχανί Δομοκού» και αποτέλεσε σημαντικό ορυχείο στη Θεσσαλία, με σπουδαία παραγωγή.[4] Το 1918 η Μεταλλευτική Ένωση, ήταν μία από τις κυριότερες μεταλλευτικές επιχειρήσεις των Βαλκανίων.


Στο απόγειο της ακμής


Το 1927 παρήγαγε πολύ περισσότερους τόνους ορυκτού χρωμίτη, από το εξίσου σημαντικό μεταλλείο Τσαγκλί Φαρσάλων. Ήταν και τα δύο από τα κορυφαία ορυχεία χρωμίου των Βαλκανίων, αλλά και της Ευρώπης. Σύμφωνα με τις επίσημες αναφορές διεθνών οργανισμών, στη νότια πλευρά της λίμνης Νταουκλί, στο Νέζερο, βρισκόταν σε λειτουργία τότε ένα μικρότερο ορυχείο χρωμίτη, κοντά στην κεντρική σιδηροδρομική γραμμή από Λάρισα προς Λαμία, ενώ υπήρχαν επίσης πολλά μικρότερα κοιτάσματα κοντά στο Νεοχώρι Δομοκού, στη δυτική πλαγιά της οροσειράς της Όθρυς.[5] Οι πρώτοι εκμεταλλευτές μετέφεραν με κάρα το μετάλλευμα στο σταθμό των Αγγειών, ως το 1923, οπότε κατασκευάστηκε ο μικρός σιδηροδρομικός συρμός, η γραμμή Ντεκοβίλ. Η παραγωγή χρωμίτη στην Ελλάδα αυξήθηκε από 15.000 τόνους το 1933, σε περίπου 60.000 τόνους το 1937. Τα κύρια ορυχεία εξακολουθούσαν να είναι εκείνα του Δομοκού και του Τσαγκλί Φαρσάλων, δυτικά του Βόλου. Το 1936 παράχθηκαν στα Μεταλλεία Δομοκού 24.000 τόνοι ορυκτού χρωμίτη, που αυξήθηκε σε 30.000 τόνους το 1937. Περίπου 200 εργάτες δούλευαν ως μεταλλωρύχοι στο ορυχείο, ενώ μια σειρά γυναικών εργαζόταν στο χώρο διαλογής. Η παραγωγή μεταλλεύματος που εξορυσσόταν ανά βάρδια ανδρών, ήταν μικρότερη από 1 τόνο.[6] Το 1940, η εταιρία ξεπέρασε τους 30.000 τόνους παραγωγής και είχε ως στόχο τους 40.000 τόνους μεταλλεύματος. Ωστόσο, ο πόλεμος και η Γερμανική κατοχή, έφερε την αρχή του τέλους…




Η «Γραμμή Ντεκοβίλ»[7]


Το 1923 κατασκευάστηκε κατά μήκος του βορείου τμήματος της λίμνης Ξυνιάδος, μικρή και στενή σιδηροδρομική γραμμή, μήκους 11 χιλιομέτρων, με ατμομηχανή και βαγονέτα (συρμός μεταφοράς), με κατεύθυνση προς την Παναγιά και το Ξεροβούνι. Το μικρό φορτηγό τραινάκι, Ντεκοβίλ, μετέφερε το μετάλλευμα στο Σταθμό Αγγειών και στα βαγόνια των Σιδηροδρόμων του Ελληνικού Κράτους (ΣΕΚ). Από εκεί, το μετάλλευμα έφτανε στην Αγία Μαρίνα Λαμίας, όπου μεταφορτωνόταν, μέσω της γέφυρας του Γουστάβου Άιφελ, σε φορτηγά πλοία,  για να εξαχθεί στο εξωτερικό, κυρίως στη Βαλτιμόρη και τη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ.


Η συνεισφορά στην τοπική οικονομία και κοινωνία


Στην πλήρη ανάπτυξή τους τα Μεταλλεία της Ομβριακής Δομοκού, απασχολούσαν κατά περιόδους, 300-700 άτομα, μηχανικούς, τεχνίτες, μεταλλωρύχους και εργάτες. Από αυτούς 150-200 άτομα ήταν Ομβριακίτες, ενώ οι υπόλοιποι ήταν από τα γύρω χωριά, τον Άγιο Γεώργιο, την Ξυνιάδα κπλ. Ένα ατέλειωτο, εργατικό μελίσσι ήταν τούτοι οι δουλευτάδες, γυναίκες και άντρες, καθώς ερχόντουσαν ή έφευγαν ποδαράδα, μετά την κοπιώδη και ανθυγιεινή τους βάρδια στη δουλειά, στις στοές, στα διαλογητήρια και στα φορτώματα των τραίνων. Οι μηχανικοί και οι τεχνίτες ήταν στην πλειοψηφία τους απ' άλλους τόπους.  Η εργασία, ειδικά στις γαλαρίες, ήταν σκληρή και δύσκολη, έβγαινε όμως ένα εισόδημα, αν και κατά περιόδους το μεροκάματο ήταν πενιχρό και πικρό. Παρ’ όλα τούτα, έπεφταν αρκετά χρήματα στην περιοχή απ’ αυτή την παραγωγή των ορυχείων, τα οποία συμπλήρωναν την φτωχή αγροτική οικονομία του τόπου.


Το τέλος


Την περίοδο 1945-1960, οι μεταλλευτικές επιχειρήσεις Μποδοσάκη και Σκαλιστήρη, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη των Μεταλλείων. Ωστόσο, από το 1953 και για λίγα χρόνια, μια γερμανική εταιρία εκμεταλλευόταν το ορυχείο του Δομοκού, δίνοντας εξευτελιστικά μεροκάματα στους ανασφάλιστους εργάτες μεταλλωρύχους. Η εκμετάλλευση των Μεταλλείων σταμάτησε με την παλαιά τους μορφή, το 1961, καθώς η ιδιοκτήτρια μεταλλευτική εταιρία κήρυξε πτώχευση, με αποτέλεσμα η επιχείρηση να περιέλθει, μέσω κατάσχεσης,  στην Εθνική Τράπεζα Ελλάδος. Παρ’ όλα αυτά, τη δεκαετία του 1960  το μεταλλείο φαίνεται να λειτουργεί ικανοποιητικά. Μετά το 1970, στο Δομοκό, αν και είχαν εντοπισθεί αξιόλογα αποθέματα, διακόπηκε η εξόρυξη, λόγω τεχνικών δυσκολιών, από την εισροή υδάτων, στα υπόγεια μεταλλευτικά έργα. Μέχρι το 1976, τα Μεταλλεία του Δομοκού παρήγαγαν 450.000 τόνους χρωμίτη, μακράν περισσότερο από όλα τα υπόλοιπα ορυχεία. Η νεότερη περίοδος λειτουργίας του, που αφορά την περίοδο 1976-1991, άρχισε με την μίσθωση (1976) του μεταλλείου στην ΑΕΕΜΒΝ (πρώην συγκρότημα Σκαλιστήρη) και συνεχίστηκε μέχρι το 1991, όταν το συγκρότημα Σκαλιστήρη, τέθηκε, στο σύνολο του, σε εκκαθάριση. Η επαναλειτουργία του μεταλλείου, έγινε μέσω της εύκολης μεθόδου εξόρυξης με αποκάλυψη, με την διαλογή του ορυκτού που μεταφερόταν με φορτηγά, να γίνεται στην Ερέτρια του Βόλου, στις εγκαταστάσεις των ΕΛ.ΣΙ. (Ελληνικά Σιδηροκράματα). Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ήρθε πλέον το οριστικό τέλος της λειτουργίας των Μεταλλείων του Δομοκού.



Γεγονότα και συμβάντα


Κατά την περίοδο της Ιταλογερμανικής κατοχής, τα Μεταλλεία, επιτάχθηκαν από τους Γερμανούς, για να ορυχθεί το ακριβό και χρήσιμο μετάλλευμα, χωρίς όμως κανένα προγραμματισμό και προσοχή, καταστρέφοντας στοές κι εγκαταστάσεις. Στο χώρο υπήρχε πάντα ισχυρή στρατιωτική δύναμη, για την αποτροπή δολιοφθορών, από την ελληνική εθνική αντίσταση. Πολλοί Εβραίοι της Θεσσαλονίκης υποχρεώθηκαν τότε από τους Γερμανούς, σε καταναγκαστικά έργα στα Μεταλλεία του Δομοκού, μαζί με άλλους, κυρίως πολιτικούς, κρατούμενους. Τον Ιούλιο του ’43, έγινε μια σοβαρή αντιστασιακή ενέργεια, η ανατίναξη ενός τραίνου των καταχτητών, στο ύψος του Δερελί (Περιβόλι) Δομοκού. Όμως τ’ αντίποινα δεν άργησαν και μια ομάδα Γερμανών, με έδρα τα Μεταλλεία, πραγματοποίησε συλλήψεις αθώων αγροτών, γύρω και κοντά στη σιδηροδρομική γραμμή του Ντεκοβίλ. Οι αθώοι συλληφθέντες, κλείστηκαν στην εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας. Ο διευθυντής των Μεταλλείων Σωκράτης Κογεβίνας, ο οποίος μιλούσε  Γερμανικά, προσπάθησε ανεπιτυχώς να απελευθερώσει τους συλληφθέντες.[8] Τελικά έσωσε κάποιους πού ήταν γνωστοί στους Γερμανούς, καθώς εργάζονταν ως εργάτες στα Μεταλλεία. Οι μελλοθάνατοι έμειναν όλο το βράδι στην εκκλησία και την επομένη, 13 Ιουλίου 1943, οδηγήθηκαν βίαια υπό την απειλή των όπλων, στον τόπο της μαρτυρικής τους εκτέλεσης, στη Σάββα Μαγούλα, νότια των μεταλλείων.[9] Στις αρχές Μαρτίου του 1944, η μικρού μήκους σιδηροδρομική γραμμή, που οδηγούσε στα μεταλλεία χρωμίου του Δομοκού, υπέστη δολιοφθορές από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ, ενώ παράλληλα, ανατινάχτηκε η ατμομηχανή του, για να παρεμποδισθεί η κυκλοφορία του μικρού τραίνου. Το ίδιο το μεταλλείο δεν ήταν δυνατό να αποτελέσει στόχο επίθεσης, καθώς είχε ισχυρή φρουρά.[10] Οι Γερμανοί εγκατέλειψαν τα μεταλλεία Δομοκού, όπου μπήκαν τμήματα του ΕΛΑΣ, στις  26- 27/8/1944.

Κατά την περίοδο του Εμφυλίου, το 1947-49, λειτούργησαν στα Μεταλλεία καταυλισμοί που φιλοξένησαν όσους κατοίκους της περιοχής του Δομοκού έπρεπε να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και τα χωριά τους, σύμφωνα με οδηγίες της κυβέρνησης, καθώς η περιοχή ήταν «ζώνη μικτής επιρροής». Οι λεγόμενοι και «καταδιωκόμενοι», έζησαν στους λασπερούς καταυλισμούς, σε αντίσκηνα, καλύβες και στρατιωτικά τολ, στον περιβάλλοντα χώρο και στον οικισμό των Μεταλλείων, ως το 1949, πολλοί δε εξ αυτών ως την άνοιξη του 1950.




Τοπόσημα


Στο χώρο γύρω από τα Μεταλλεία δημιουργήθηκε ακμαίος οικισμός, ο οποίος για πολλά χρόνια έσφυζε από ζωή. Υπήρχαν και λειτουργούσαν εκεί αρκετά καφενεία και ταβέρνες, φούρνος, αλλά και κινηματογράφος. Υπήρχε ακόμη και ιατρείο, για τη φροντίδα των εργαζομένων και των κατοίκων του οικισμού.

Στα Μεταλλεία βρίσκεται το γραφικότατο εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας. Η Αγία Βαρβάρα θεωρείται μεταξύ άλλων, προστάτιδα αγία των μεταλλωρύχων, των ανθρακωρύχων και των εργαζόμενων σε λατομεία, υπόγεια έργα, σήραγγες και ορυχεία. Στο χώρο των στοών του ορυχείου, δημιουργήθηκε σταδιακά μια τεχνητή λίμνη βάθους 105 περίπου μέτρων και διαμέτρου 400 περίπου μέτρων. Η λίμνη αυτή χρησιμοποιείται σήμερα για την άρδευση των όμορων κτημάτων της περιοχής.


Από τη θορυβώδη κορύφωση, στη βουβή παρακμή…


Οι εγκαταλελειμμένοι τόποι πάντα αιχμαλώτιζαν την ανθρώπινη φαντασία. Η ανατριχιαστική όψη τους, τα εγκαταλελειμμένα κτίρια που σαπίζουν και καταρρέουν, αποπνέουν μια απόκοσμη, αλλά ελκυστική αύρα. Μοιάζουν περίεργες φιγούρες, μ’ όλες τις πιθανές κι απίθανες ερωταπαντήσεις.

Τούτος εδώ ο τόπος λοιπόν, ανήκει πια σ’ αυτή την κατηγορία. Απ’ την δεκαετία του 1970 και δώθε, ο οικισμός των Μεταλλείων φθίνει συνεχώς και αδιαλείπτως. Λίγοι κάτοικοι μένουν πια εδώ. Τ' άδεια κι ετοιμόρροπα, στοιχειωμένα κτίρια του παλιού ορυχείου, ρακένδυτοι μάρτυρες της παλιάς του αίγλης και της πολύβουης παραγωγικής δραστηριότητας του ένδοξου παρελθόντος, στέκουν βουβά και παγερά, κόβοντας την ανάσα του πρόσκαιρου επισκέπτη…

Μέριμνα δεν υπήρξε ποτέ, για κείνους τους ιδιώτες που άρμεγαν τα πλούτη της γης, ώστε να υποχρεούνται αποκαταστήσουν τη ζημιά που προκάλεσαν στη φύση, έστω κι αν ήταν τότε για καλό. Να σιάξουν την όψη της όσο καλύτερα μπορούν, ν’ απαλύνουν τον πόνο της απώλειάς της. Ωστόσο, τούτος ο τόπος γιατρεύει μόνος και μαγικά τις πληγές που άλλοι του προκάλεσαν. Η μικρή, πανέμορφη τούτη γαλάζια λίμνη που γεννήθηκε δω, με τ’ όμορφο θαλασσινό της χρώμα, υπερκαλύπτει το μουντό τοπίο της εγκατάλειψης, αντικατοπτρίζει το λαμπερό φως τ’ ουρανού και γαληνεύει την ψυχή…


*Δημήτρης Β. Καρέλης


Συγγραφέας -Αρθρογράφος - Πολιτισμολόγος,

Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό 

της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ.



Copyright © 2022 - All Rights Reserved 

[1] Ο χρωμίτης είναι ορυκτό οξείδιο του σιδήρου και του χρωμίου, του οποίου αποτελεί το κυριότερο μετάλλευμα. Το χρώμιο προσδίδει σκληρότητα στα κράματα που συμμετέχει, όπως και αντοχή στην οξείδωση, διάβρωση, χημικά αντιδραστήρια, υψηλές θερμοκρασίες. 

[2] «Πυρίμαχα πετρώματα της Ελλάδος», Τόμος 6, Τεύχη 1-4, Ινστιτούτον Γεωλογίας και Ερευνών Υπεδάφους, 1960.

[3] Το χρώμιο εμπεριέχεται στον ορυκτό χρωμίτη.

[4] Οι οικισμοί Άνω και Κάτω Αλχανί (Φθιώτιδος και Φωκίδος, πρώην Λαρίσης), στους οποίους  διοικητικά ανήκαν τα Μεταλλεία Δομοκού, βρισκόταν στην περιοχή της σημερινής Νέας Μάκρισης Δομοκού. Προσαρτήθηκαν στις 8/02/1908, στο δήμο Ξυνιάδος και στις 31/08/1912, στην κοινότητα Δαουκλίου, ενώ στις 20/09/1928, ο οικισμός Κάτω Αλχανί μετονομάσθηκε σε Άγιος Αθανάστιος, ενώ το Άνω Αλχανί μετονομάστηκε σε Παλιούρι. Οι δύο οικισμοί καταργήθηκαν οριστικά στις 16/10/1940.

[5] Frank J. Katz, (Chief Engineer Division of Mineral Statistics), Mineral Resources of the United States 1928, Part II-Metals, Washington, Government Printing Office, Washington, 1931, σελ. 80.

[6] Alice Virginia Petar, Molybdenum, Economic Paper 15, United States, Secretary Of Commerce R.P. Lamont, Secretary, Bureau of Mines, U.S. Government Printing Office, 1932. σελ. 92-93.

[7] Η κατασκευαστική εταιρεία Decauville ιδρύθηκε από τον Paul Decauville (1846-1922), έναν Γάλλο πρωτοπόρο στην κατασκευή βιομηχανικών σιδηροδρόμων. Σημαντική καινοτομία του Decauville ήταν η χρήση έτοιμων τμημάτων, με στενό εύρος τροχιάς, στερεωμένο σε χαλύβδινους στρωτήρες με φορητά κομμάτια, που μπορούσαν να αποσυναρμολογηθούν και να μεταφερθούν πολύ εύκολα. Οι σιδηροτροχιές Decauville χρησιμοποιούνταν ευρέως σε ναυπηγεία, λατομεία, αγροκτήματα, φυτείες ζαχαροκάλαμου και σιδηρόδρομους βουνών, μέχρι τη δεκαετία του 1950. Η εταιρεία παρήγαγε επίσης βαγονέτα, οδικά οχήματα και μηχανές, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν και στα Μεταλλεία της Ομβριακής Δομοκού.

 [8] Ο Σωκράτης Κογεβίνας, Μεταλλειολόγος μηχανικός, σπούδασε μεταλλειολογία στις σχολές Ecole Normale Supérieure και Ecole Centrale Παρισίων. Διατέλεσε μέλος ΔΣ του Ανώτατου Συμβουλίου Ανασυγκρότησης ( 1947-1949 ) και της Επιτροπής Μεταλλείων.

[9]Δρ. Θεόδωρος Ν. Αποστολόπουλος, «Οι θυσίες της Ομβριακής κατά την Ιταλογερμανική κατοχή»,  Φθιωτική ιστορία: πρακτικά 4ου Συνεδρίου Φθιωτικής ιστορίας : ιστορία - αρχαιολογία - λαογραφία, 9, 10 και 11 Νοεμβρίου 2007. 

[10] Αναστάσιος, 2002, «Από τη δράση του EΛΑΣ : Η επιχείρηση στα μεταλλεία Δομοκού (Φεβρουάριος 1944) με βάση τη μαρτυρία του Αξιωματικού Διοικητή του Τμήματος Μηχανικού Βασιλείου Μποντζώρλου».












*Δημήτρης Β. Καρέλης


Συγγραφέας -Αρθρογράφος - Πολιτισμολόγος,

Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό 

της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ.

Copyright © 2022 - All Rights Reserved 



Post a Comment

Αφήστε το μήνυμά σας, το σχόλιο ή τις παρατηρήσεις σας.

Νεότερη Παλαιότερη