«Οι Παπικές Επισκοπές στην περιοχή Δομοκού κατά τη Λατινοκρατία (1204)», του Δημήτρη Β. Καρέλη


Οι Επισκοπές της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας στην περιοχή Δομοκού την εποχή της Λατινοκρατίας
Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης*
Κατά τη εποχή της Λατινοκρατίας στην περιοχή της Θεσσαλίας, μετά το 1204, επεβλήθη και η εκκλησιαστική κυριαρχία της Ρώμης, η οποία κράτησε περίπου μια δεκαετία. Τα κυριότερα εκκλησιαστικά κέντρα ήταν η Λάρισα και οι Νέες Πάτρες (Υπάτη).
Ο Λατίνος αρχιεπίσκοπος της Λάρισας είχε υπό την επίβλεψή του τους επισκόπους της Δημητριάδας, του Αλμυρού, του Γαρδικίου, του Ζητουνίου (όπως ήταν η μεσαιωνική ονομασία της Λαμίας), του Εζερού και του Δομοκού. Στην περιοχή του Δομοκού υπήρχαν οι Λατινικές Επισκοπές του Δομοκού, του Εζερού (με έδρα πιθανότατα το Νησί της λίμνης Ξυνιάδας) και η Επισκοπή Καλλινδού, η θέση της οποίας προσδιορίζεται πιθανότατα κοντά στη σημερινή Μελιταία ή τη Φιλιαδώνα.
Ιστορική πηγή για την εποχή αποτελούν οι επιστολές του πάπα Ιννοκέντιου Γ΄ στο Λατίνο αρχιεπίσκοπο της Λάρισας αλλά και προς τους επισκόπους (σουφραγκάνους) της περιοχής. Παρότι η Λατινική Εκκλησία στη Θεσσαλία ιδρύθηκε πάνω σε στέρεες οργανωτικές βάσεις, οι πρελάτοι (Αρχιερείς) της αντιμετώπιζαν ορμαθό προβλημάτων, στους κόλπους της ίδιας της Εκκλησίας αλλά και έναντι των Λατίνων βαρόνων του φεουδαλικού συστήματος, το οποίο εφαρμοζόταν στις καταληφθείσες βυζαντινές επαρχίες.
Εκτός των ενδογενών προβλημάτων οι πρελάτοι της Ρώμης αντιμετώπιζαν και ορισμένα άλλα, ιδιάζοντα προβλήματα της νέας Λατινικής Εκκλησίας, η οποία βρέθηκε σε μία εχθρική και αφανισμένη χώρα.
Φτάνοντας στη Θεσσαλία, για να παραλάβουν τις επαρχίες που τους εμπιστεύθηκαν, οι νέοι αρχιερείς της ρωμαιοκαθολικής κουρίας συναντούσαν, στα πρώτα κιόλας βήματα της καριέρας τους, σοβαρές δυσχέρειες. Χαρακτηριστική είναι η πληροφορία από το γράμμα της 6ης Φεβρουαρίου του 1209 του Ιννοκεντίου Γ΄, όπου ο επίσκοπος των Θερμοπυλών του γνωστοποιούσε ότι η πόλη του ερημώθηκε από επιδρομή άτακτων, για αυτό και έλαβε την άδεια να παραμείνει προσωρινώς «εν μονή ήτις Κοινόβιον κοινώς προσαγορεύεται».
Οπωσδήποτε, για παρόμοιους λόγους εγκατέλειψε την επαρχία του και ο επίσκοπος του Δομοκού, τρεις ημέρες μετά την χειροτονία του, έτσι που ο Ιννοκέντιος να παρέμβει προς τους επισκόπους Γαρδικίου και Λαμίας, προκειμένου αυτοί να τον πείσουν να επιστρέψει.
Στα σύγχρονα έγγραφα περιέχεται πλήθος πληροφοριών, οι οποίες δείχνουν ότι οι λατινικές εκκλησιαστικές επαρχίες στη Θεσσαλίας βρέθηκαν σε δεινή οικονομική θέση. Με πράξη του, την 5η Ιουλίου του 1210, ο Ιννοκέντιος Γ΄ προστάζει τον αρχιεπίσκοπο της Λάρισας να βοηθήσει τον πτωχεύσαντα επίσκοπο του Γαρδικίου. Για να διορθώσει, έστω, την δυσχερή αυτή οικονομική κατάσταση, ο Ιννοκέντιος Γ΄ συμβουλεύει τον αρχιεπίσκοπο της Λάρισας να εμπιστευθεί την Εκκλησία της Δημητριάδας στον επίσκοπο του Γαρδικίου.
Φαίνεται ότι σε παρόμοια εξαθλίωση κατάντησε και ο επίσκοπος του Δομοκού, που παραπονείται πως δεν μπορεί να ζήσει από τις εκκλησιαστικές προσόδους, γι’ αυτό ο βαρώνος  Αμμαδαίος Μπούφα (Buffa) του έδωσε ως επαρχία και το «episcopatum Calidoniensem» την Επισκοπή Καλλινδού (κοντά στη Μελιταία Δομοκού, Κοder-Hild, Tabula Imperii Byzantini). Την απόφαση αυτή επικύρωσε ο Ιννοκέντιος Γ΄, στις 14 Ιουλίου 1208, ως ότου η κουρία ή ο λεγάτος (απεσταλμένος) της δεν προσκομίσουν κάποια άλλη άποψη επί της γνωματεύσεως αυτής.
Ο αρχιεπίσκοπος της Λάρισας γράφει ότι ο Λατίνος επίσκοπος του Δομοκού, σε τέτοια πενία κατάντησε την εκκλησία του, που μετά βίας θα μπορούσαν να συντηρηθούν σε αυτή τρεις κληρικοί!
Παρόμοια παραδείγματα εμφανίζονται και στις γειτονικές με την Θεσσαλία επαρχίες. Την άνοιξη του ίδιου χρόνου (21 Μαΐου), ο Ιννοκέντιος Γ΄ γράφει επίσης προς τον κλήρο και τον λαό της Επισκοπής του Εζερού, γνωστοποιώντας τους ότι επικεφαλής της Εκκλησίας τους στο μέλλον θα είναι ο επίσκοπος της Λαμίας, αφού έπαυσε να υφίσταται επισκοπή στον Εζερό. Φαίνεται πως η κατάργηση της Επισκοπής του Εζερού προκάλεσε σαφείς επιπλοκές, καθώς θα έπρεπε να περιέλθει υπό την εξουσία της Αρχιεπισκοπής των Νέων Πατρών (Υπάτης), χάριν επιδαψιλεύσεως (πλουσιοπάροχη, με αφθονία παροχή) του επισκόπου της Λαμίας.
Γι’ αυτό ο Ιννοκέντιος Γ΄ γράφει, στις 21 Μαΐου του 1212, στον αρχιεπίσκοπο της Λάρισας και τον παρακινεί να μην δημιουργεί προσκόμματα στον επίσκοπο της Λαμίας περί της αναδοχής της Επισκοπής του Εζερού. Με μια πράξη, της 24ης Αυγούστου 1213, ο Ιννοκέντιος Γ΄ παραγγέλνει στον αρχιεπίσκοπο και στον κάντορα (μελωδό) της Επισκοπής Δαμαλά (;) να πιέσουν τον επίσκοπο της Λαμίας, στον οποίον εμπιστεύθηκε τη μέριμνα της Επισκοπής του Εζερού, να επιστρέψει τις τροφές και τα ζώα, τα κατασχεθέντα από την Εκκλησία αυτή.
Επίσης, σε μία παπική πράξη της 9ης Δεκεμβρίου του 1208 μνημονεύεται ο επίσκοπος του Εζερού, τον οποίο ο Ιννοκέντιος Γ΄ λαμβάνει υπό την προστασία του και μαζί με αυτόν και τις κτήσεις του.
Στις αρχές κιόλας Ιανουαρίου του 1209, ο πάπας γράφει ξανά στον επίσκοπο του Εζερού και τον προστάζει να εκβιάσει στα καθήκοντά τους όλους τους κληρικούς (canonicos) της Εκκλησίας του.
Τον Μάιο του 1212 ο Ιννοκέντιος Γ΄ απευθύνεται «clero et populo Nazarocensi» (κλήρο και λαό του Εζερού) και τους παρουσιάζει τις δυσκολίες στις οποίες ευρίσκεται ο επικεφαλής της Εκκλησίας τους.
Εκτός του επικεφαλής της Εκκλησίας του Εζερού, γνωστός είναι ο επίσκοπος του Δομοκού Βαλόν ντε Νταμπιέρ, που μνημονεύεται σε ένα λατινικό αγιολογικό κείμενο των αρχών του 13ου αιώνα. Το ίδιο πρόσωπο αναφέρεται ως επίσκοπος του Δομοκού και σε έναν λειτουργικό κώδικα του 14ου αιώνα.
Νέος επίσκοπος της λατινοκρατούμενης Εκκλησίας του Δομοκού θα τοποθετήθηκε, οπωσδήποτε, στις αρχές του 1210, αφού ο Ιννοκέντιος Γ΄ γράφει στις 5 Ιουλίου στους επισκόπους της Λαμίας,  δηλαδή στον Ζητουνίου (Sidoniensis) και Γαρδικίου και τους καλεί να πείσουν τον επίσκοπο του Δομοκού να επιστρέψει στην επαρχία του, την οποία εγκατέλειψε τρεις μέρες μόλις μετά την χειροτονία του.
Ορθόδοξοι επίσκοποι την ίδια εποχή ήταν στη μεν Λάρισα ο Καλοσπίτης (1212) στις δε Νέες Πάτρες, μετά την απελευθέρωσή της από το Θεόδωρο Α΄ της Ηπείρου, ο Κοστομύρης, στη Δημητριάδα ο Αρσένιος και στο Δομοκό ο Συμεών.

Δημήτρης Β. Καρέλης
Απόσπασμα από το βιβλίο του: «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας: Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού»

 *Ο Δημήτρης Β. Καρέλης είναι αριστούχος φοιτητής, στο τμήμα Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών (Σ.Α.Σ.) του ΕΑΠ, (υπότροφος αριστείας 2015-16).


Πηγές:
·        Δημήτρης Β. Καρέλης, «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας: Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού», Δομοκός 2013.
·        Κώστας Σπανός, Θεσσαλικό Ημερολόγιο- Περιοδική έκδοση για την ιστορία της Θεσσαλίας, έτος ίδρυσης 1980, Λάρισα 2008.
·        Κωνσταντίνου Αθανασίου Οικονόμου, Η Λάρισα και η θεσσαλική Ιστορία Τόμος Γ΄.

#buttons=(Ok, Go it!) #days=(20)

Our website uses cookies to enhance your experience. Learn more
Ok, Go it!