«Οι Έλληνες ζωγράφοι του Αργυροκάστρου»

Το λεύκωμα «Οι Έλληνες ζωγράφοι του Αργυροκάστρου», επιμελήθηκαν ο ζωγράφος Σταύρος Τσιάτης και ο καθηγητής Παναγιώτης Μπάρκας και εκδόθηκε το Φεβρουάριο του 2010 απο τις εκδόσεις «Argjiro». Συμπεριλαμβάνει 80 καλλιτέχνες με θετική παρουσία στον τομέα τους και καλύπτει μια περίοδο τεσσάρων αιώνων, με πρώτον χρονικά τον Ονούφριο Κυπριώτη, ο οποίος έζησε και αγιογράφησε αρκετές εκκλησίες στα τέλη του 16-ου αιώνα.

Το λεύκωμα «Έλληνες ζωγράφοι του Αργυροκάστρου» είναι το μοναδικό που αφιερώνεται στη Βορειοηπειρωτική «ζωγραφική σχολή». Γεωγραφικά αφορά την περιοχή Αργυροκάστρου. Χρονικά, καλύπτει τη χρονική περίοδο από τον δεύτερο σχεδόν μεταβυζαντινό αιώνα, αρχής γενομένης από τον Ονούφριο Κυπριώτη.

Ωστόσο, δεν παραδίδεται στο φιλότεχνο κοινό με τη φιλοδοξία μιας σοβαρής και εμπεριστατωμένης επιστημονικής έρευνας. Πρόκειται απλώς για μια προσπάθεια συλλογής, καταγραφής και παρουσίασης της ζωγραφικής τέχνης, που παρήχθη στο συγκεκριμένο αυτό γεωγραφικό χώρο, η οποία με την πορεία της μέσα στο χρόνο έρχεται να επιβεβαιώσει το γεγονός ότι αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωγραφικής και γενικότερα της πολιτιστικής κίνησης στην ευρύτερη περιοχή της Ηπείρου.

Η εμπειρίες, που αποκτήθηκαν κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας, της επιμέλειας και της έκδοσης του λευκώματος απέδειξαν ότι ειδικά στον τομέα της εικονογραφίας είναι εμφανής η συνύπαρξη δύο υφών, από τη μια του επαγγελματικού και από τη την άλλη ενός λιγότερο επαγγελματικού, που θα το λέγαμε «λαϊκό». Στην περιοχή μας, όπως και στην υπόλοιπη Ήπειρο, η συνύπαρξη αυτή θα συνεχιστεί και μετά τον 18-ο – 19-ο αιώνα. Συνεπώς, στο παρών λεύκωμα «συγκατοικούν» εγνωσμένης αξίας ζωγράφοι με άλλους, λιγότερο γνωστούς, αλλά που συμπληρώνουν και ολοκληρώνουν το ψηφιδωτό της μακράς και ανθηρής παράδοσης και της συγκρότησης μιας κάποιας «τοπικής σχολής».

Η εικαστική μεταβυζαντινή αυτή «σχολή» προσέφερε, κυρίως στο χώρο της αγιογραφίας, απαράμιλλο πλούτο με την πραγματική σημασία της λέξης. Είναι αυτός ο λόγος, που το Αργυρόκαστρο – ταυτόχρονα με το Μπεράτι και τη Μοσχόπολη – δημιούργησε δική του «τοπική σχολή» στο τμήμα αυτό της Ηπείρου. Σημειώνουμε,  ότι ο θησαυρός αυτός σήμερα, λόγω παντελούς έλλειψης ενδιαφέροντος εκ μέρους των αρμοδίων αρχών, κινδυνεύει να καταστραφεί οριστικά.
Οι επιρροές της από άλλες σχολές, τεχνικές και διάσημα ονόματα καλλιτεχνών, είναι εμφανείς. Έτσι, δέχεται επιδράσεις από την Παλαιολόγεια ζωγραφική και ειδικότερα από μεγάλα πρότυπα της Μακεδονικής σχολής, της Κρητικής, καθώς και της σχολής που άνθισε γύρω από τη Μοράβα. Επηρεάζεται, επίσης, από την τέχνη της Δύσης, την ιταλική Αναγέννηση, τον δυτικό διαφωτισμό και νατουραλισμό. Ακόμα και από τη ρωσική τέχνη. Το γεγονός αυτό εξηγείται επειδή πολλοί από τους γνωστούς ζωγράφους, που συμπεριλαμβάνονται στο λεύκωμα, σπούδασαν στην Αθήνα, την Κωνσταντινούπολη, τη Γαλλία καθώς και σε άλλες χώρες. Πολλοί μάλιστα, άσκησαν στις χώρες αυτές, πέραν της τέχνης της αγιογραφίας, και την τέχνη της ζωγραφικής.

Στην ισχυρή αυτή παράδοση με τους άξιους δασκάλους της προπολεμικής περιόδου, αποδίδεται το γεγονός ότι ακόμα και κατά τα χρόνια του δικτατορικού καθεστώτος με την άκρα πολιτικοποιημένη και στρατευμένη τέχνη, υπήρξε άνθηση της ζωγραφικής στο χώρο μας. Επιβεβαίωση αποτελεί η πληθώρα των Ελλήνων καλλιτεχνών που καταπιάστηκαν και διακρίθηκαν στον τομέα των εικαστικών τεχνών.

Με το παρών λεύκωμα, το φιλότεχνο κοινό δεν παίρνει παρά μια μικρή γεύση της ζωγραφικής μας παράδοσης. Γιατί, πρέπει να τονίσουμε πως μόλις που αγγίξαμε τον ανεπανάληπτο βυζαντινό και μεταβυζαντινό θησαυρό μας.

Σταύρος Τσιάτης



 
Νεότερη Παλαιότερη