Μάντεις, Θυσίες και Οιωνοί…

Το θρησκευτικό συναίσθημα ήταν πολύ έντονο στην αρχαιότητα και ήταν βαθιά ριζωμένη η πεποίθηση ότι οι θεοί προμήνυαν το μέλλον. Γι’ αυτό όλοι οι αρχαίοι ελληνικοί στρατοί διέθεταν
πάντοτε μάντεις και τα αναγκαία για τις θυσίες, δηλαδή ζώα (ἱερεῖα), σμύρνα καιλιβάνι. Στη στρατιά του Αλεξάνδρου ήταν διαπιστευμένοι πολλοί μάντεις και το πόσο ψηλά στην ιεραρχία θα παρείχαν τις υπηρεσίες τους, προσδιοριζόταν από τη φήμη και την ικανότητά τους. Οι αρχαίοι Έλληνες ιστορικοί διέσωσαν τα ονόματα του Αρίστανδρου από την Τελμισσό, που ήταν ο βασικός μάντης της ανώτατης διοίκησης, του Δημοφώντα, που προέβλεψε τοντραυματισμό του Αλεξάνδρου από τους Μαλλούς, του Πειθαγόρα του Αμφιπολίτη, που μάντεψε το θάνατο του Ηφαιστίωνα και του Αλεξάνδρου, και του Κλεομένη από τη Σπάρτη. Δεν θέλησαν όμως να διασώσουν και τα ονόματα των βαρβάρων, όπως των Βαβυλωνίων ιερέων καιΜάγων, που είχε μαζί του ο Αλέξανδρος για να τον εξαγνίζουν, ούτε της μάντισσας από τη Συρία, την οποία είχε μόνο για προσωπική του χρήση και είχε προβλέψει την εναντίον του επιβουλή στη συνωμοσία των παίδων.

Σε όλη τη διάρκεια της εκστρατείας βλέπουμε τον Αλέξανδρο να προσφέρει θυσίες με κάθε ευκαιρία. Κατά την περαίωση της στρατιάς στην Ασία, έκανε θυσίες τόσο στην ευρωπαϊκή όσο και στην ασιατική ακτή. Όταν έγινε η έκλειψη σελήνης λίγο πριν τη μάχη των Γαυγαμήλων, έκανε θυσία και εξέτασε τους οιωνούς. Επίσης έκανε θυσίες για εξευμενισμό και ευχαριστία προς τους θεούς πριν και μετά τη διάβαση του Ινδού, κατά τον κατάπλου των ινδικών ποταμών, στο Δέλτα του Ινδού και πριν τον παράπλου της άγνωστης θάλασσας από τον Νέαρχο. Γενικά, ήταν ιδιαίτερα επιμελής στο να προσφέρει θυσίες «σύμφωνα με τις συνήθειές του» ή «όπως του υπέδειξαν οι μάντεις» ή «στους θεούς που εκείνος θεωρούσε σωστό». Όμως, επειδή προσπάθησε να επιβάλει τη θεοποίησή του, πρέπει να υποθέσουμε ότι όλη αυτή η επιμέλεια στα θρησκευτικά καθήκοντα υπαγορευόταν από το πρότυπο του ανατολίτη θεού-βασιλιά, που επέλεξε να εφαρμόσει. Επίσης στις αλλεπάλληλες θυσίες, που έκανε στο Δέλτα του Ινδού, και εν όψει του προγραμματισμένου ταξιδιού στην άγνωστη και μεγάλη θάλασσα, θέλησε να εξευμενίσει ένα πλήθος θαλασσίων θεοτήτων του ελληνικού πανθέου, ακόμη και τις πιο αρχαίες και σχεδόν ξεχασμένες στις μέρες του. Το κίνητρό του εκεί ήταν η ανάγκη να καθησυχάσει τους περιδεείς ναυτικούς του ότι είχε κάνει όλες τις αναγκαίες επαφές με όλες τις εμπλεκόμενες θεότητες, οι οποίες εμμέσως είχαν δεχθεί να τους εξασφαλίσουν ασφαλή πλου. Τελικά, το πιθανότερο είναι ότι ήταν εξίσου θρήσκος με όλους τους ανά τους αιώνες ηγέτες, οι οποίοι δεν δίστασαν να διαπράξουν ακόμη και γενοκτονίες, είτε για να ευχαριστήσουν το θεό τους είτε επειδή αυτό ήταν το θέλημα του θεού τους. Αν ο Αλέξανδρος ήταν χριστιανός, ασφαλώς θα συμπεριφερόταν όπως οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες, οι Φράγκοι σταυροφόροι ή οιἐλέῳ Θεοῦ βασιλείς των νεωτέρων χρόνων, δηλαδή θα παρακολουθούσε ευλαβικά τις λειτουργίες Χριστουγέννων και Αναστάσεως και στον στενό κύκλο συνεργατών του θα βρίσκαμε Πατριάρχες και αρχιεπισκόπους.

Η θρησκεία και κυρίως οι αποφάσεις των θεών ήταν για τον Αλέξανδρο ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο διοίκησης και για το λόγο αυτό έπρεπε να είναι ο πρώτος, που θα συμμορφωνόταν προς τα θεϊκά σημάδια. Και πράγματι αυτό έκανε, όποτε δεν ήταν αντίθετο προς τα σχέδιά του. Έτσι, όταν οι Άραβες μισθοφόροι έτρεψαν σε φυγή τους Μακεδόνες πολιορκητές κατά τηνπολιορκία της Γάζας, ο Αλέξανδρος αγνόησε τον οιωνό και έσπευσε να σώσει το γόητρο του μακεδονικού στρατού. Και πάλι, για να προστατεύσει το γόητρο του στρατού του, επιτέθηκε στους Σκύθες παρά τους κακούς οιωνούς, τους οποίους ο Αρίστανδρος αρνήθηκε να παρερμηνεύσει.

Υπάρχουν όμως μερικές περιπτώσεις, όπου είμαστε υποχρεωμένοι να διαγνώσουμε στις θυσίες του Αλεξάνδρου τον συνήθη φόβο του ανθρώπου για το μέλλον και την ανάγκη του να εξασφαλίσει την εύνοια των θεών. Αυτές είναι οι δύο διαδοχικές θυσίες που έκανε κατά τη διάβαση του Ελλήσποντου, στη μεν ευρωπαϊκή ακτή στον τάφο του Πρωτεσίλαουπαρακαλώντας τους θεούς και το νεκρό ήρωα να μην έχει την τύχη του, στη δε ασιατική ακτή στο βωμό του Ερκείου (Οικογενειακού) Διός παρακαλώντας τον Πρίαμο να μην ξεσπάσει πάνω του το μένος του προς το γένος του Νεοπτόλεμου. Στις δε θυσίες των τελευταίων ημερώντης ζωής του οπωσδήποτε διακατείχε τον Αλέξανδρο ο φόβος του πρόωρου και άδοξου θανάτου.

Μπορούμε άφοβα να ισχυρισθούμε ότι οι περισσότεροι οιωνοί και όνειρα κατασκευάσθηκαν εκ των υστέρων, για να ταιριάξουν με τα γεγονότα και να τονίσουν τη θεϊκή καθοδήγηση προς τον Αλέξανδρο, κάποια όμως ίσως ήταν πραγματικά. Ανεξάρτητα απ’ αυτό, είναι ενδιαφέρον να καταγράψουμε τα κυριότερα εξ αυτών, διότι μας δίνουν μια εικόνα των αντιλήψεων και των πεποιθήσεων της εποχής εκείνης.

Κατά την πολιορκία της Μιλήτου ο Παρμενίων πίστευε ότι η συγκυρία ήταν κατάλληλη για κατά μέτωπον επίθεση του ελληνικού στόλου εναντίον του περσικού, ενώ ο Αλέξανδρος δεν ήθελε να το διακινδυνεύσει, διότι αφενός γνώριζε την οικτρή οικονομική τους κατάσταση και αφετέρου πίστευε ότι ο περσικός στόλος υπερτερούσε όχι μόνο σε αριθμό αλλά και σε ισχύ. Κάποια στιγμή λοιπόν ο Παρμενίων είπε στον Αλέξανδρο ότι είχε δει στο όνειρό του έναν αετό να κάθετα στην παραλία και να κοιτάζει τις πρύμνες των πλοίων τους. Αυτό το θεωρούσε ως σαφές σημάδι ότι η άποψή του ήταν σωστή και συνεπώς έπρεπε να επιχειρήσουν ναυμαχία. Όμως ο Αλέξανδρος, που ήξερε να κατασκευάζει καλύτερα ἐνύπνια, εξήγησε στον Παρμενίωνα ότι ερμήνευε λάθος το θεϊκό σημάδι. Επειδή ο αετός καθόταν στην ξηρά, η σωστή ερμηνεία ήταν ότι θα νικούσαν τους Πέρσες στην ξηρά και όχι στη θάλασσα. Έτσι μ’ αυτό το ἐνύπνιον ο Παρμενίων δεν τεκμηρίωσε τη δική του άποψη, αλλά εκείνη του Αλεξάνδρου.

Όταν ο Αλέξανδρος πολιορκούσε την Αλικαρνασσό, παρουσιάστηκε ένας οιωνός κατά το μεσημεριανό του ύπνο. Ένα χελιδόνι μπήκε στη σκηνή και καθόταν σε διάφορα σημεία του κρεβατιού του τιτιβίζοντας χαρακτηριστικά δυνατά. Ο Αλέξανδρος κουρασμένος και νυσταγμένος προσπάθησε να διώξει το χελιδόνι με το χέρι του, αλλά εκείνο κάθισε πάνω από το κεφάλι του και δεν έφυγε, παρά μόνο αφού τον ξύπνησε εντελώς. Ο Αλέξανδρος θορυβήθηκε και το ανέφερε στον Αρίστανδρο, που διέγνωσε στον οιωνό προφανή συνωμοσία εναντίον του Αλεξάνδρου και μάλιστα από στενούς φίλους του. Τον οιωνό αυτό θυμήθηκαν λίγους μήνες αργότερα, το χειμώνα του 334-333 στη Λυκία, όταν αποκαλύφθηκε η συνωμοσία του Αλεξάνδρου του Αερόπου.

Κατευθυνόμενος προς την Κιλικία ο Δαρείος είδε στο όνειρό του, ότι η μακεδονική φάλαγγα καιγόταν από μία μεγάλη φωτιά και ο Αλέξανδρος φορώντας τη στολή, που φορούσε ο Δαρείος πριν γίνει Μέγας Βασιλεύς, πήγε στον ναό του Βήλου, όπου εξαφανίσθηκε. Οι Μάγοι έδωσαν στο Δαρείο ευχάριστη ερμηνεία του ονείρου, η οποία φυσικά δεν επαληθεύθηκε. Η σωστή ερμηνεία του προφητικών προδιαγραφών ονείρου ήταν ότι η μακεδονική φάλαγγα φλεγόταν, επειδή θα έκανε λαμπρά έργα, ο Αλέξανδρος ακολουθώντας την προσωπική πορεία του Δαρείου θα γινόταν Μέγας Βασιλεύς και εξαφανίσθηκε στη ναό του Βήλου, διότι επέπρωτο να πεθάνει άδοξα στη Βαβυλώνα. Μέσω του Βήλου (Βάαλ) μπορούμε να συνδέσουμε αυτό το όνειρο με το χρησμό τωνΧαλδαίων λίγο πριν το θάνατο του Αλεξάνδρου.

Στην πολιορκία της Τύρου καταγράφονται μερικά ενδιαφέροντα ἐνύπνια, που είδαν ο Αλέξανδρος και οι Τύριοι και τα οποία προμήνυαν και στις δύο πλευρές την επερχόμενη άλωση της ισχυρότατης πόλη:
Πριν αρχίσει την πολιορκία της Τύρου και ενώ πολλοί επιτελείς του προτιμούσαν να συνεχίσουν την προέλαση αποφεύγοντας την αμφίβολης έκβασης πολιορκία, ο Αλέξανδρος είχε ένα ἐνύπνιον. Είδε ότι είχε πλησιάσει στα τείχη, όπου τον υποδέχθηκε ο Ηρακλής των Τυρίων (ο Μέλκαρθ) και τον οδήγησε στην πόλη. Διηγήθηκε το όνειρο στον Αρίστανδρο, που έδωσε την ερμηνεία ότι η Τύρος θα καταλαμβανόταν με πολύ κόπο, διότι κι ο Ηρακλής πραγματοποίησε τους άθλους του με πολύ κόπο. Στην παραλλαγή του Πλούταρχου και του Κούρτιου, ο Ηρακλής από τα τείχη της Τύρου έτεινε το δεξί χέρι στον Αλέξανδρο και τον προσκαλούσε στην πόλη.

Κατά την πολιορκία της Τύρου και σύμφωνα με τον Πλούταρχο, πολλοί Τύριοι είδαν σε ἐνύπνιοντον Ρεσέφ (τον φοινικικό αντίστοιχο του Απόλλωνα των Ελλήνων) να τους λέει ότι θα πήγαινε στον Αλέξανδρο, διότι δεν του άρεσαν όσα συνέβαιναν στην πόλη τους. Το όνειρο αυτό διαδόθηκε, συζητήθηκε και οι Τύριοι αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν τον θεό τους ως κάποιο φιλομακεδόνα λιποτάκτη. Έδεσαν με χοντρά σκοινιά τον κολοσσό του θεού και τον κάρφωσαν στη βάση του, για να μην μπορεί να φύγει. Σύμφωνα με τον Διόδωρο το ἐνύπνιον το είδε ένας μόνο Τύριος, οι υπόλοιποι θεώρησαν ότι το έλεγε για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του Αλεξάνδρου και οι νεώτεροι όρμησαν να τον λιθοβολήσουν. Οι άρχοντες πρόλαβαν και τον φυγάδευσαν στο ναό του Μελκάρθ (Ηρακλή) και τον έσωσαν. Καλού-κακού πάντως, οι Τύριοι έδεσαν το ξόανο με χρυσές αλυσίδες, για να εμποδίσουν τυχόν αυτομόληση του θεού. Μετά την κατάληψη της Τύρου ο Αλέξανδρος ελευθέρωσε το ξόανο από τα δεσμά και διέταξε να τον αποκαλούν Απόλλωνα φιλαλέξανδρο. Στην παραλλαγή του Κούρτιου, κάποιος Τύριος είπε ότι είδε σε ἐνύπνιον τον Απόλλωνα να εγκαταλείπει την πόλη και να καταφεύγει στους Μακεδόνες, ενώ η πρόσχωση μεταβλήθηκε σε ξέφωτο δάσους. Παρά την αναξιοπιστία του ατόμου, οι Τύριοι ανησύχησαν κι έδεσαν το άγαλμα του Απόλλωνα με χρυσή αλυσίδα ως το ιερό του πολιούχου Ηρακλή με την ελπίδα ότι θα τον συγκρατούσε.

Ο Αλέξανδρος φέρεται να είδε κι άλλο όνειρο. Ένας σάτυρος τον περιγελούσε από μακρυά και, όταν εκείνος προσπαθούσε να τον πιάσει, ο σάτυρος ξέφευγε. Τελικά τον έπιασε μετά από πολλά παρακάλια και κυνηγητό. Οι μάντεις ερμήνευσαν εύκολα το όνειρο χωρίζοντας τη λέξη σάτυρος σε σά-τυρος, δηλαδή σά [=δική σου] – Τύρος, διαβεβαιώνοντας ότι η Τύρος θα υπέκυπτε στον Αλέξανδρο.

Σύμφωνα με τον Διόδωρο το ψωμί, που έκοβαν στο μακεδονικό στρατόπεδο είχε αιματόμορφη όψη. Σύμφωνα με τον Κούρτιο κάποιοι Μακεδόνες παρατήρησαν ότι καθώς έκοβαν το ψωμί έσταζε αίμα. Φοβήθηκαν ότι ήταν κακός οιωνός, αλλά ο Αρίστανδρος τους εξήγησε ότι θα ήταν κακός για τους Μακεδόνες, αν το αίμα έσταζε από το εξωτερικό του ψωμιού. Επειδή έσταζε από το εσωτερικό, ο οιωνός προμήνυε καταστροφή της πόλης.

Σύμφωνα με τον Κούρτιο οι Τύριοι σιδηρουργοί παρατήρησαν ρυάκια αίματος κάτω από τις φλόγες των κλιβάνων και το εξέλαβαν ως οιωνό δυσμενή για τους Μακεδόνες.
Σύμφωνα με το Διόδωρο, σε κάποια φάση της κατασκευής του προβλήτα, το κύμα έρριξε πάνω της ένα απίστευτα μεγάλο κήτος, χωρίς να προκληθεί καμία ζημιά. Το κήτος έμεινε εκεί αρκετό χρόνο προκαλώντας την έκπληξη και των δύο αντιμαχομένων, πριν ξανοιχτεί και πάλι στο πέλαγος. Και οι δύο πλευρές ήταν βέβαιες ότι επρόκειτο για σημάδι από τον Ποσειδώνα και το ερμήνευσαν όπως συνέφερε την κάθε μία. Στην παραλλαγή του Κούρτιου το κήτος έκανε μία αβλαβή διέλευση απ’ τον προβλήτα ως τα τείχη της Τύρου. Οι Τύριοι ήταν τόσο βέβαιοι ότι ο οιωνός σήμαινε την επικείμενη κατάρρευση της πρόσχωσης, ώστε γιόρτασαν με πολλή οινοποσία και στόλισαν τα πλοία τους με άνθη και στέφανα.

Σε κάποια θυσία ο Αρίστανδρος δήλωσε ότι σύμφωνα με τα σημάδια η Τύρος θα έπεφτε τον ίδιο μήνα. Τότε η στρατιά ξέσπασε σε γέλια και τον χλεύασε, διότι εκείνη ήταν η τελευταία μέρα του μήνα. Ο Αλέξανδρος βλέποντας τον καλό του μάντη σε δυσχερή θέση, διέταξε εκείνη την ημέρα να μην τη θεωρούν ως την 30η, αλλά ως την 28η! Πάντως η αλχημεία αυτή δεν χρειάσθηκε, διότι η Τύρος έπεσε την ίδια μέρα, επιβεβαιώνοντας τη μαντεία του Αρίστανδρου.

Κατά τον Αρριανό, μόλις είχε τελειώσει η πρόσχωση και οι μηχανές είχαν πλησιάσει στα τείχη της Γάζας, όταν ο Αλέξανδρος στεφανωμένος κατά τα ειωθότα έκανε θυσία. Ενώ ήταν έτοιμος να θυσιάσει το πρώτο ἱερεῖον, ένα σαρκοφάγο πουλί πέταξε πάνω από το βωμό και έρριξε στο κεφάλι του Αλεξάνδρου μία πέτρα, που κρατούσε στα πόδια του. Ο Αρίστανδρος ερμήνευσε τον οιωνό ως κίνδυνο για τον Αλέξανδρο, ο οποίος ωστόσο θα καταλάμβανε τη Γάζα. Λίγο αργότερα οι Άραβες μισθοφόροι έτρεψαν σε φυγή τους Μακεδόνες και ο Αλέξανδρος έσπευσε να τους συγκρατήσει, για να μην ταπεινωθούν. Τότε ένα καταπελτικό βέλος διαπέρασε την ασπίδα και το θώρακά του και καρφώθηκε στον ώμο του. Παρά το σοβαρό τραυματισμό του ο Αλέξανδρος χάρηκε, διότι η ερμηνεία του Αρίστανδρου είχε ήδη αποδειχθεί κατά το ήμισυ ορθή, κι έτσι πίστεψε ότι η Γάζα επρόκειτο να πέσει. Στην παραλλαγή του Πλούταρχου το περιστατικό δεν συνέβη κατά τη διάρκεια θυσίας και το πουλί άφησε ένα σβώλο χώμα, που έπεσε στον ώμο του Αλεξάνδρου. Στη συνέχεια κάθισε σε μία μηχανή και μπλέχτηκε στο πλέγμα των σκοινιών της. Η ερμηνεία του Αριστάνδρου ήταν ότι ο Αλέξανδρος θα εκπορθούσε τη Γάζα, αλλά θα τραυματιζόταν στον ώμο, όπως και έγινε. Κατά τον Κούρτιο ο Αλέξανδρος ετοίμαζε τις συνήθεις θυσίες πριν την έφοδο στα τείχη, όταν ένα κόρακας άφησε να πέσει ένας βώλος χώμα, που κρατούσε στα νύχια του. Ο βώλος έπεσε στο κεφάλι του Αλεξάνδρου και διαλύθηκε, ενώ ο κόρακας κάθισε σε μία μηχανή, όπου μπλέχτηκε και τον έπιασαν κάποιοι παριστάμενοι. Ο Αλέξανδρος συμβουλεύθηκε τον Αρίστανδρο και πήρε την εξήγηση ότι η Γάζα θα έπεφτε, αλλά εκείνος έπρεπε να φυλαχθεί εκείνη την ημέρα. Τότε διέταξε υποχώρηση, οι Άραβες αναθάρρησαν, επεχείρησαν έξοδο και ο Αλέξανδρος αναγκασμένος να πάρει μέρος στη συμπλοκή, τραυματίσθηκε.

Οι περισσότεροι καταγεγραμμένοι οιωνοί, όπως ήταν απόλυτα φυσικό, έχουν σχέση με τοθάνατο του Αλεξάνδρου, ο οποίος μέχρι σήμερα αποτελεί αντικείμενο εικασιών και θεωριών. Οι κυριότεροι από αυτούς παρουσιάσθηκαν στο τελευταίο δρομολόγιο της ζωής του, από τα Εκβάτανα προς τη Βαβυλώνα, και εκτός από εκείνους, που αναφέρουμε στο σχετικό κεφάλαιο, είναι οι εξής:
Την εποχή εκείνη, στη Βαβυλώνα ήταν σατράπης ο Μαζαίος και στρατηγός ο Απολλόδωρος ο Αμφιπολίτης. Ο τελευταίος φαίνεται ότι είχε λόγους να φοβάται πως θα είχε την τύχη των αξιωματούχων που κακοδιοίκησαν, γι’ αυτό ζήτησε από τον αδελφό του να μαντέψει, αν διέτρεχε κίνδυνο κυρίως από τον Αλέξανδρο και τον Ηφαιστίωνα. Ο αδελφός του, ο Πειθαγόρας, ήταν μάντης που μάντευε από τα σπλάχνα των ζώων, ανήκε στην ακολουθία του Αλεξάνδρου και (σύμφωνα με όσα είπε ο ίδιος στον Αριστόβουλο προκύπτει ότι) ήταν πολύ καλός, αλλά μακάβριος, αφού αργότερα προέβλεψε ακόμη δύο πολύ σημαντικούς θανάτους, του Περδίκκα και του Αντίγονου. Μόλις λοιπόν η επιστολή του Απολλόδωρου έφτασε στα Εκβάτανα, όπου βρισκόταν μαζί με τον Αλέξανδρο, τον Ηφαιστίωνα και τη στρατιά, ο Πειθαγόρας θυσίασε πρώτα για τον Ηφαιστίωνα. Το συκώτι του ζώου ήταν χωρίς λοβό και με σφραγισμένη επιστολή ενημέρωσε τον αδελφό του στη Βαβυλώνα, ότι σε λίγο χρόνο θα απαλλασσόταν από τον Ηφαιστίωνα. Πράγματι, μία μέρα αφού ο Απολλόδωρος έλαβε την επιστολή, ο Ηφαιστίων πέθανε. Όταν ο Πειθαγόρας έκανε κι άλλη θυσία, για να μάθει για τον Αλέξανδρο, κι εκείνου του ἱερείουτο συκώτι ήταν χωρίς λοβό, έτσι ενημέρωσε με νέα επιστολή τον αδελφό του, ότι δεν έπρεπε να φοβάται ούτε τον Αλέξανδρο.

Ενώ ο Αλέξανδρος βρισκόταν έξω από τη Βαβυλώνα, ένας γάιδαρος κλώτσησε και σκότωσε το μεγαλύτερο και ωραιότερο λιοντάρι, απ’ όσα διατηρούσε ο Αλέξανδρος, προοιωνίζοντας τον άδοξο θάνατο του Βασιλέα των Βασιλέων.

Ο Αλέξανδρος κάνοντας βαρκάδα με τους εταίρους στη λίμνη γύρω από τη Βαβυλώνα, απομακρύνθηκε από τους άλλους και περιπλανήθηκε επί 3 μερόνυχτα με την άκατό του. Στη διάρκεια αυτής της περιπλάνησης έπεσε στο νερό το διάδημά του, ένας κωπηλάτης βούτηξε να το πιάσει και, για να το εξασφαλίσει όσο κολυμπούσε, το φόρεσε στο κεφάλι του και μετά το παρέδωσε στον Αλέξανδρο. Οι μάντεις του συνέστησαν να κάνει μεγαλοπρεπείς θυσίες στους θεούς, για να τους εξευμενίσει και να ακυρώσουν το προμαντευθέν κακό. Αυτήν την αφήγηση του Διόδωρου την καταγράφει και ο Αρριανός με αρκετές διαφορές. Κατ’ αυτόν, όταν ο Αλέξανδρος διέπλεε τις λίμνες και τα έλη βορείως της Βαβυλώνας, όπου λεγόταν ότι ήταν χτισμένοι οι τάφοι των Ασσυρίων βασιλέων, χάθηκε ένα τμήμα των πλοίων της συνοδείας του και έστειλε οδηγούς, για να τους επαναφέρει στον σχηματισμό. Κάποια στιγμή, μία δυνατή ριπή αέρα πήρε τηνκαυσία από το κεφάλι του Αλεξάνδρου και την έρριξε στο νερό. Το διάδημα, το οποίο φορούσε πάνω από την καυσία, επειδή ήταν ελαφρύτερο, παρασύρθηκε από τον αέρα και μπλέχτηκε στις καλαμιές, που φύτρωναν γύρω από τον τάφο κάποιου Ασσύριου βασιλιά. Αυτό και μόνο θεωρήθηκε κακό σημάδι, αλλά ακολούθησε κι άλλο ένα. Ένας ναύτης έπεσε στο νερό, ξέμπλεξε το διάδημα από τις καλαμιές και, για να μην το βρέξει καθώς κολυμπούσε, το φόρεσε στο κεφάλι του. Από αυτό το σημείο εμφανίζονται νέες παραλλαγές. Σύμφωνα με κάποιους αρχαίους συγγραφείς, αυτό θεωρήθηκε από τους μάντεις πολύ κακό σημάδι και συμβούλευσαν τον Αλέξανδρο να μην αφήσει στη θέση του το κεφάλι, που φόρεσε το βασιλικό διάδημα. Εκείνος τότε αντάμειψε τον ναύτη με ένα τάλαντο για την προθυμία του και ταυτόχρονα διέταξε να τον αποκεφαλίσουν. Σύμφωνα με κάποιους άλλους συγγραφείς δεν επρόκειτο για κάποιον απλό ναύτη, αλλά για τονυπασπιστή Σέλευκο, που μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου έγινε βασιλιάς. Αυτή η ομάδα συγγραφέων προφανώς ήθελε να δει έναν διπλό οιωνό, που σήμαινε ταυτόχρονα τον επικείμενο θάνατο του Αλεξάνδρου και την επερχόμενη βασιλεία του Σέλευκου στο μεγαλύτερο τμήμα του κράτους, που ίδρυσε ο Αλέξανδρος. Ο Αριστόβουλος πάλι λέει ότι το διάδημα διέσωσε ένας Φοίνικας ναύτης, που ανταμείφθηκε με ένα τάλαντο για την προθυμία του και τιμωρήθηκε με μαστίγωση, επειδή φόρεσε στο κεφάλι του το βασιλικό σύμβολο.

Ο Χριστιανισμός δεν αποδέχεται τους μάντεις και αρνείται την δυνατότητα πρόβλεψης του μέλλοντος. Κατηγορηματικά προσδιορίζει ότι οὐδείς μετά Χριστόν προφήτης, εξαιρώντας σαφώς τον Ευαγγελιστή Ιωάννη και την Αποκάλυψή του. Αποδέχεται όμως τους προφήτες της Ιουδαϊκής μυθολογίας (η οποία αποτελεί μέρος της Αγίας Γραφής) και ασφαλώς την άκρως εντυπωσιακή προφητεία του Δανιήλ για τον Αλέξανδρο, η οποία ομολογουμένως επαληθεύεται από τα ιστορικά γεγονότα. Βέβαια ουσιώδης διαφορά μεταξύ των μάντεων και των προφητών είναι ότι οι μεν μάντεις προέβλεπαν κατά παραγγελίαν, άμεσα και για πάσης φύσεως πρακτικά ζητήματα, οι δε προφήτες προέλεγαν για λιγότερο πρακτικά ζητήματα, τα οποία αφορούσαν πολύ περισσότερους, και για μεγάλο βάθος χρόνου. Τελικά, επειδή ο Χριστιανισμός επέλεξε να αποδεχθεί την Παλαιά Διαθήκη, αποδεχόμαστε υποχρεωτικά και το πλήθος των ασαφών εβραϊκών προφητειών, ενώ τους οιωνούς των αρχαίων Ελλήνων τους θεωρούμε συλλήβδην πλαστούς. Ωστόσο οι μάντεις, οι οιωνοί και οι διαρκείς παρεμβάσεις των θεών στην αρχαία Ελλάδα μας δίνουν ακριβώς την ίδια εικόνα, που μας δίνει η Παλαιά Διαθήκη, με το Θεό σε διαρκή και άμεση επαφή με τους πιστούς του, για να καθοδηγήσει και να βοηθήσει τους ευσεβείς και για να τιμωρήσει τους ασεβείς και τους εχθρούς των πιστών του.
Εδώ πρέπει να αναφέρουμε και κάτι ακόμη. Σε κάποια βραχμανική πόλη, την Αρματήλια, οι Ινδοί λέγεται ότι είχαν αλείψει με θανατηφόρο δηλητήριο τα όπλα τους, ώστε ακόμη και όσοι είχαν επιπόλαια τραύματα από τη μάχη, τελικά πέθαιναν με φρικτούς πόνους. Ένας από τους τραυματίες ήταν κι ο Πτολεμαίος του Λάγου. Ο Αλέξανδρος, που στενοχωρήθηκε πολύ από τον επικείμενο θάνατο του στρατηγού του, είδε στον ύπνο του ένα δράκοντα να κρατάει στο στόμα του ένα βότανο. Την επομένη ο Αλέξανδρος αναζήτησε το βότανο, το βρήκε, παρασκευάσθηκε το αντίδοτο και σώθηκε ο Πτολεμαίος. Αυτή η διήγηση είναι εντυπωσιακή, διότι μας θυμίζει καταπληκτικά τα οράματα επωνύμων και ανωνύμων χριστιανών, όπου ο Χριστός, η Παναγία ή κάποιος Άγιος τους υποδεικνύουν, πού είναι θαμμένη κάποια (κατά κανόνα θαυματουργή) εικόνα τους. Τέλος, μπαίνει κανείς στον πειρασμό να επισημάνει την ομοιότητα ανάμεσα στο «…οὕτω ξυνέβη ἡ μαντεία Ἀριστάνδρῳ… (= έτσι εκπληρώθηκε η μαντεία του Αριστάνδρου)» ή το «…και το σημεῖον ἀπέβη κατά την Ἀριστάνδρου πρόρρησιν…» και στο ευαγγελικό «ίνα πληρωθή το λεχθέν υπό των προφητών».

parapona-rodou.blogspot.gr
Νεότερη Παλαιότερη