Μαυρίλο Φθιώτιδας

Το Μαυρίλο είναι ένα ορεινό χωριό (σε υψόμετρο 920 μέτρων) το οποίο βρίσκεται στην πλαγιά του Βελουχιού. Το χωριό βρίσκεται οδικώς 65 χιλιόμετρα δυτικά της Λαμίας και 25 χιλιόμετρα ανατολικά του Καρπενησίου. Είναι Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Αγίου Γεωργίου Τυμφρηστού. Η αρχική ονομασία ήταν Κορυφές (λόγω θέσης κάτω από τις βουνοκορφές του Βελουχιού) [1] αλλά επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετονομάστηκε σε Μαυρίλο (έχει αναφερθεί και ώς Μαυρίλλο, Μαυρίλου, Μαβρήλον και Μαυρίλω). Υπάρχουν δύο υποθέσεις για την προέλευση του ονόματος. Ότι το Μαυρίλο σημαίνει η τοποθεσία εκεί όππου κατασκευάζεται η Μαύρη-ύλη, δηλαδή η μπαρούτη: λόγω των μπαρουτόμυλων που υπήρχαν στο χωριό. Η άλλη εκδοχή είναι ότι Μαυρίλο ονομάζεται λόγω των σκουρόχρωμων δασών-λόγγων που περιβάλλουν το χωριό (κυρίως από δάση μελανής-σκούρας ελάτης).
Το χωριό είναι γεμάτο πηγές, αυλάκια και ρυάκια τα οποία χρησιμοποιούνταν στο παρελθόν όχι μόνο για πότισμα αλλά ως κινητήρια δύναμη των νερόμυλων για το άλεσμα αλευριού και την κατασκευή μπαρούτης. Η κύρια πηγή του χωριού ονομάζεται Γκούρα (η λέξη αυτή στα Σλαβικά σημαίνει μεγάλη πηγή) και αποτελεί μία από τις πηγές του Σπερχειού ποταμού.

Ιστορία
Στην τοποθεσία τη σημερινής κύριας πηγής του χωριού (Γκούρα) φημολογείται (δεν έχουν γίνει νεότερες αρχαιολογικές ανασκαφές) ότι εκεί πριν 200 χρόνια είχαν εντοπιστεί ερείπια αρχαίου ναού - βωμό του θεοποιημένου Σπερχειού. Στην αρχαιότητα Ελληνικά φύλα όπως Αινιάνες, Αιτωλοί και Δόλοπες κατοίκησαν στην ευρύτερη περιοχή. [4]
Από το χωριό έχουν περάσει πολλοί λαοί όπως: Γαλάτες, Σλάβοι, Βούλγαροι, Φράγκοι, Βενετοί, Καταλανοί και Αρβανίτες οι οποίοι αφομοιώθηκαν και άφησαν στην περιοχή γλωσσικά κατάλοιπα και τοπωνύμια. Το χωριό το 1470 πέρασε στην Οθωμανική διοίκηση. Σύμφωνα με την συνθήκη του Ταμασίου τον Μάιο 1525 η περιοχή όπου βρίσκεται το χωριό δεν είχε ουσιαστικό έλεγχο από την Οθωμανική διοίκηση, αλλά ήταν υποχρεωμένη να πληρώνει φόρους. [4] Στην Οθωμανοκρατία πολλοί Βλάχοι οι οποίοι μίλαγαν Αρωμουνική γλώσσα κατέβηκαν στο χωριό και στην ευρύτερη περιοχή από την Ήπειρο, την ορεινή Θεσσαλία και τα Άγραφα και για αυτό το λόγο σήμερα συναντάμε μεμονωμένες λέξεις να χρησιμοποιούνται σε κάποια τοπωνύμια και στην κτηνοτροφία. Λόγω των Βλάχων η περιοχή ονομάζονταν Μεγάλη Βλαχία και τα χωριά Βλαχοχώρια και το 1827 δημοσιεύτηκε χάρτης με τα ονόματα αυτά από τον Γάλλο περιηγητής της εποχής εκείνης Φρανσουά Πουκεβίλ (1770-1838).
Το χωριό άκμασε το 17ο αιώνα (1650) [6] με κύριες οικονομικές δραστηριότητες τη γεωργία, κτηνοτροφία, βιοτεχνία των νερόμυλων και κυρίως με τους μπαρουτόμυλους. Την εποχή εκείνη πολλοί Μαυριλιώτες μεταναστεύουν στην Κωνσταντινούπολη για εύρεση δουλειάς. Επειδή έστελναν στην γενέτειρά τους οικονομικούς πόρους το Μαυρίλο και τα χωριά του Τυμφρηστού ονομάστηκαν Πολιτοχώρια. [5] Στο χωριό υπήρχε επίσης και μεγάλη πνευματική ανάπτυξη. Κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 το Μαυρίλο ανάδειξε αγωνιστές και το χωριό όπως και τα υπόλοιπα χωριά του Τυμφρηστού απελευθερώθηκαν το 1832.
Στα χρόνια της φασιστικής κατοχής 1941-44 το χωριό λόγω της ορεινής τοποθεσίας δεν γνώρισε βία ή σκλαβιά και υπήρχε επάρκεια σε τρόφιμα. Στο χωριό 1-2 φορές ήρθαν Ιταλοί στις αρχές του 1942 για την συγκέντρωση όπλων και τροφίμων αλλά μόλις άρχισε η Εθνική Αντίσταση του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου δεν ξαναπάτησαν στο χωριό. Κατά την διάρκεια του Εμφύλιου Πολέμου (1946-49) το χωριό εκκενώθηκε το 1947 και οι 400 κάτοικοι περίπου αναγκάστηκαν να μετακομίσουν κυρίως στην Μακρακώμη και την Λαμία και να επιστρέψουν στο χωριό το 1951.

Αξιοθέατα

Ανακαινισμένος μπαρουτόμυλος

Στην είσοδο του χωριού υπάρχει ο ανακαινισμένος μπαρουτόμυλος ο οποίος αποτελεί μουσείο (είναι μουσειακό αντίγραφο του αρχικού μπαρουτόμυλου). Η κατασκευή ξεκίνησε το 2002 από τον Δήμο Αγίου Γεωργίου και εγκαινιάστηκε το 2008. Παραδοσιακά οι μπαρουτόμυλοι ήταν λιθόκτιστα κτίρια διαστάσεων 6-8 μέτρα μήκος, 3-5 μέτρα πλάτος και 3 μέτρα ύψος. Σε μερικούς μπαρουτόμυλους λειτουργούσε παράλληλα (σε διπλανό κτίριο) αλευρόμυλος και νεροτριβίο (μαντάνι - για πλύσιμο υφασμάτων-χαλιών). Η μαυριλιώτικη μπαρούτη περιείχε 12,5% θειάφι, 12,5% ξυλοκάρβουνο, 75% νιτρικό κάλλιο (τζερβιτζιλέ το ονομάζανε) και ανάλογο νερό. Ο μηχανισμός των μπαρουτόμυλων διέφερε από αυτήν των νερόμυλων (για άλεσμα σιτηρών) στο ότι η κυκλική κίνηση δεν γύριζε μυλόπετρα αλλά μετατρέπονταν σε παλιδρομική. Τα παλληκάρια (έτσι ονομάζονταν τα κάθετα ξύλινα παλούκια που περιείχε ο μπαρουτόμυλος) με αυτό το τρόπο ανεβοκατέβαιναν και στο κάτω μέρος η ημισφαιρική άκρη τους (ονομάζονταν στούμπος) κοπανούσε το μείγμα υλικών μέσα σε ένα ξύλινο γουδί (το γουδί το ονόμαζαν τσούμα ή γούβα). Το μείγμα υλικών (θειάφι, ξυλοκάρβουνο, νιτρικό κάλιο και νερό) κοπανιόντουσαν ρυθμικά για 5-6 ώρες μέχρι να πάρουν την μορφή ζυμαριού (σαν ζυμάρι ψωμιού). Για την αποφυγή εκρήξεων σε όλα τα στάδια επεξεργασίας της μπαρούτης τα γουδιά (στούμες) καθώς και τα παλληκάρια με τις ημισφαιρικές άκρες ήταν ξύλινα . Απαγορεύονταν μεταλλικά υλικά ή πετραδάκια μέσα στα γουδιά ώστε να αποφεύγεται η ανάφλεξη που θα μπορούσε να προκαλέσει τυχαία σπίθα από τις τριβές. [4] [8]
Οι μπαρουτόμυλοι λειτούργησαν για 200 περίπου χρόνια (1700-1914) και συντέλεσαν στην οικονομική άνθιση του χωριού αλλά και στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Στο χωριό υπήρχαν 12 ή 15  μπαρουτόμυλοι (από την πηγή Γκούρα μέχρι την θέση Τούρνια) και η τεχνογνωσία κατασκευής μπαρούτης εικάζεται ότι ήρθε είτε από Μαυριλιώτες της Κωνσταντινούπολης, είτε από το χωριό Δημητσάνα Αρκαδίας όπου και εκεί υπήρχαν μπαρουτόμυλοι.  Υπάρχουν αναφορές για 4-5 χειρώνακτες μπρατουτοτεχνίτες.  Επίσης σώζονται 2 επιστολές του Αθανάσιου Διάκου για προμήθεια πυρομαχικής ύλης από το χωριό:
"Ο προσκυνητής προς τους άρχοντες της Λεβαδειάς. Απέρκουσα Ομέρ Βρυώνην εις Πατρατζίκι (Υπάτη), ήδη μεταβαίνω εις Λαμίαν. Αποστείλετε δυναμένους κρατήσουν όπλα και βόλια άφθονα. Μαύρην ύλην επρομηθεύθην εκ Μαρυίλου".
— Αθανάσιος Διάκος - Επιστολή
"Τιν ευγένειάν σας προσκυνό. Σας ηδοποιώ ότι μας υποσχέθηκαν εις του Μαβρίλου να μας προφτάσουν 80 οκά παρούτη και σήμερις εστήλαμεν τα άσπρα δια να μας την φέρουν.."
— Αθανάσιος Διάκος - 821 Απρίλης 11 - Αλαμάνα Χάνι

Μετα-βυζαντινός ναοί

Η μεταβυζαντινή εκκλησία του Αγίου Δημητρίου (1728)
Στην κεντρική είσοδο του χωριού υπάρχει ο Μετα-Βυζαντινός ναός του Αγίου Δημητρίου (6 Νοεμβρίου 1728)με εξωτερικές διαστάσεις 18,50 x 9,20 μέτρα. Εξωτερικά ο ναός, αν εξαιρέσεις το νεόκτιστο κωδωνοστάσιο, θύμιζε σπίτι. Αυτό οφείλεται επειδή οι Οθωμανική διοίκηση δεν επέτρεψε η εκκλησία όταν χτίστηκε να έχει ξεχωριστή εμφάνιση στο χωριό. Ο ναός είναι τρίκλινος σε ρυθμός βασιλικής (νάρθηκας, ναός και ιερό). Στο εσωτερικό του ναού οι τοιχογραφίες ολοκληρώθηκαν σε 7 χρόνια (1728-1735) και έχουν καλλιτεχνική αξία. Στο βόρειο μέρος του χωριού υπάρχει το εκκλησάκι του Αγίου Αθανασίου.

Μονότοξο πέτρινο γεφύρι
Πριν την είσοδο στο χωριό αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον έχει το μονότοξο πέτρινο γεφύρι που βρίσκεται δεξιά στο δρόμο.

Φύση
Αξιοθέατο είναι το Μαυριλιώτικο τοπίο με τα περιτριγυρισμένα πυκνά δάση. Γύρω από το χωριό υπάρχουν δάση με έλατα, βελανιδιές αλλά και πολλές καστανιές (ζάβατα) οι οποίες δίνουν εξαιρετικής ποιότητας κάστανα. Τα τελευταία χρόνια (από το 2008) στο χωριό, τέλη Οκτωβρίου, γίνεται γιορτή καστάνου η οποία οργανώνεται από τον Δήμο Αγίου Γεωργίου Τυμφρηστού. [15] Κατά την διάρκεια της γιορτής το 2010 εκτός από ψημένο κάστανο στην γιορτή υπήρχε τσίπουρο από κάστανα και καλλιτεχνικό πρόγραμμα με παραδοσιακούς χορούς και τραγούδια .

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Το άρθρο είναι υπό διαμόρφωση

Post a Comment

Αφήστε το μήνυμά σας, το σχόλιο ή τις παρατηρήσεις σας.

Νεότερη Παλαιότερη