Μακρυρράχη (Καΐτσα) Δομοκού

ΜΑΚΡΥΡΡΑΧΗ (ΚΑΙΤΣΑ)  Δ.Ε. ΞΥΝΙΑΔΟΣ - ΔΗΜΟΥ ΔΟΜΟΚΟΥ
Η Μακρυρράχη του Δήμου Ξυνιάδος είναι από τους παλαιότερους οικισμούς της περιοχής και σίγουρα προγενέστερη του 1640, χρονολογία κατά την οποία δωρητές από την τότε Καιτσα, αναφέρονται στην πρόθεση, το ειδικό βιβλίο των δωρητών, της Ιεράς μονής της Ρεντίνας.
Ο οικισμός μεταφέρθηκε από άλλο σημείο στη θέση Μακριά Ράχη και αναπτύχθηκε ραγδαία αφού από 438 κατοίκους το 1881 έφτασε το 1928 τους 1348. Είχε όμως και η Μακρυρράχη την ίδια τύχη στα χρόνια που ακολούθησαν με τα υπόλοιπα χωριά της Ελληνικής επαρχίας λόγω της αστυφιλίας και της έλλειψης σωστής αγροτικής πολιτικής και υποδομών από την Ελληνική πολιτεία.
Η Καιτσα ανήκε διοικητικά στο Νομό Καρδίτσης και στο Δήμο Ταμασίου μετά την απελευθέρωση του 1881 στη συνέχεια το 1928 μετονομάστηκε σε Μακρυρράχη και αποτέλεσε αυτόνομη κοινότητα. Αργότερα προσαρτήθηκε στο Νομό Φθιώτιδος και από το 1998 με το «νόμο Καποδίστρια» είναι Τοπικό Διαμέρισμα του Δήμου Ξυνιάδος.
Βρίσκεται σε μέσο υψόμετρο 511 μέτρα και η διοικητική της περιφέρεια έχει έκταση 50987 στρέμματα εκ των οποίων, 20000 τουλάχιστον δασικής έκτασης.
Στην δική του περιφέρεια είναι και τα πασίγνωστα Λουτρά Καίτσας - Δρανίστας που αποτελούν πλέον Διαδημοτική Επιχείρηση των Δήμων Ξυνιάδος και Ταμασίου και διευθύνονται από διμερές Διοικητικό Συμβούλιο. Τα Λουτρά, για Νευρολογικές αλλά και άλλες παθήσεις, χρηματοδοτήθηκαν από Ευρωπαϊκά προγράμματα (π.χ. LEADER 2) χρειάζονται όμως και άλλες υποδομές αλλά και μεγαλύτερη προβολή για να γίνουν πόλος έλξης όχι μόνο για ιαματικό αλλά γιατί όχι και για χειμερινό τουρισμό!
Στην περιοχή της Μαρυρράχης κατά την αρχαιότητα ήκμασαν οι πόλεις Αγγείαι, Δολοποιίδα, Κύπαιρα ίσως και μια τέταρτη πόλη, πιθανότατα Δολοπικές χωρίς να αποκλείεται όμως και όποια άλλη εκδοχή εφόσον τα στοιχεία από αρχαιολογικές ανασκαφές είναι περιορισμένα στην ευρύτερη περιοχή.
Ο περιηγητής και ιστοριοδίφης των αρχών του 20ου αι. Γερμανός FRIEDRICH STAHLIN στο βιβλίο του «ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑ» δίνει τη δική του εκδοχή υποστηρίζοντας ότι τα τείχη της αρχαίας πόλεως στο «Παλιόκαστρο Καίτσας» θα μπορούσαν λόγω του μεγέθους της αλλά και ευρημάτων, να αποδοθούν στην γνωστή αχαϊκή πόλη Κύπαιρα και όχι σε αρχαία Δολοπική πόλη!
Στο χωριό βρίσκεται και η Ιερά μονή του Αγίου Πολυκάρπου τα λείψανα του οποίου φυλάσσονταν εκεί αλλά εκλάπησαν από ιερόσυλους κατά τη δεκαετία του 80.
Στην Ιστοσελίδα των «Απανταχού Καιτσιωτών» ο εκ Μακρυρράχης κος Δημ. Γ. Κουτρούμπας αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Συμπληρώνονται εφέτος 100 χρόνια από την εγκαινίαση του Ι. Ναού του Αγίου Νικολάου του χωριού μας, από το 1908.
Η χρονολογία αυτή μπορεί να θεωρηθεί και έτος επίσημης μετεγκατάστασης της Καίτσας από το Παλιοχώρι στη Μακριά Ράχη, η οποία μετεγκατάσταση είχε βέβαια αρχίσει κατά το 1898 και συνεχίστηκε μέχρι το 1907 περίπου.
Η ιστορία του χωριού από το 1908 μέχρι τώρα, μας είναι λίγο πολύ γνωστή. Προχωρώντας όμως αντίστροφα προς το παρελθόν, η ιστορία χάνεται στα άγνωστα βάθη των περασμένων. Πότε και ποιοι ήταν οι πρώτοι κάτοικοι που εγκαταστάθηκαν εκεί δίπλα στη Δολοπική πόλη των Αγγειών, που καταστράφηκε το 198 π.χ. από τους Αιτωλούς;
Μέχρι τώρα δεν βρέθηκε καμιά μαρτυρία. Μια πρώτη πληροφορία είναι εκείνη του 1640 στην πρόθεση του Μοναστηριού της Ρεντίνας, όπου αναφέρονται 105 ονόματα των τότε Καϊτσιωτών, που πρόσφεραν στον έρανο για εκείνο το μοναστήρι. Μια δεύτερη μαρτυρία είναι εκείνη του 1659 (4-10 Νοεμβρίου), την οποία αναφέρει ένας περιοδεύοντας Ιεροσολυμίτης Μοναχός, που σώζεται στον Πατριαρχικό Ιεροσολυμιτικό Κώδικα.
Μια προφορική παράδοση, σύμφωνα με τον παλιό δάσκαλό μας Αντώνη Οικονόμου, αναφέρει για ένα χωριό Λάγκα στη θέση «Μπαμπαλή Κιόσκι» βόρεια του Σιδ. Σταθμού, το οποίο κατέστρεψαν οι Τούρκοι με την πρώτη είσοδό τους στη Θεσσαλία (1390 ή 1425). Αργότερα, σπουδαία παρουσία είχε η Καίτσα κατά τον μεγάλο απελευθερωτικό αγώνα του 1821, οπότε οι Καϊτσιώτες συμμετείχαν στην Επανάσταση και οι φάκελοι οκτώ εξ αυτών σώζονται στα Γεν. Αρχεία της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Με τη Συνθήκη του 1830, που συστήθηκε το πρώτο Ελληνικό Κράτος, δυστυχώς η Καίτσα παρέμεινε κάτω από τον Τουρκικό ζυγό, μέχρι το 1881 που προσαρτήθηκε η Θεσσαλία στην Ελλάδα.
Καϊτσιώτες όμως συμμετείχαν και στις απελευθερωτικές προσπάθειες των ετών 1854, 1866-69, 1878. Το 1883 έγιναν οι πρώτες δημοτικές εκλογές στο χωριό, το οποίο υπαγόταν στο Δήμο Ταμασίου.
Δύο Καϊτσιώτες μάλιστα, οι αδελφοί Καπάλα, χρημάτισαν και δήμαρχοι, ένας δε Καπάλας, ιατρός και βουλευτής Καρδίτσας.
Το 1928, που με νόμο αντικαταστάθηκαν ονόματα χωριών, που θεωρούνταν κακόηχα ή μη Ελληνικά, μετονομάσθηκε και η Καίτσα σε Μακρυρράχη, με υπόδειξη του παλιού δασκάλου Γιάννη Οικονόμου.
Κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, οι συγχωριανοί μας συμμετείχαν σε όλους τους πολέμους και αρκετοί έπεσαν ηρωικά».

Καρέλης Δημήτρης

Post a Comment

Αφήστε το μήνυμά σας, το σχόλιο ή τις παρατηρήσεις σας.

Νεότερη Παλαιότερη