«Οι κυρίαρχες θεωρίες περί του σχήματος της Γης κατά την Αρχαιότητα και τους Μέσους Χρόνους»

 

«Οι κυρίαρχες θεωρίες περί του σχήματος της Γης κατά την Αρχαιότητα και τους Μέσους Χρόνους»

Γράφει ο Δημήτρης Β. Καρέλης

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Προλεγόμενα 

Ενότητα Α΄: Η θεωρία περί σφαιρικότητας της Γης του Αριστοτέλη 

Ενότητα Β΄: Η άποψη του Κοσμά Ινδικοπλεύστη περί της Γης 

Ενότητα Γ΄: Η θεωρία περί Γης του Γρηγορίου Παλαμά 

Επίλογος 

Βιβλιογραφία 


Προλεγόμενα

 

Για το σχήμα της γης, κατά την αρχαιότητα, υπήρχαν δύο κυρίαρχες απόψεις, καθώς κάποιοι πίστευαν ότι η γη είναι σφαιρική και άλλοι ότι είναι πεπλατυσμένη και τυμπανοειδής [294a5], το ίδιο ίσχυε και κατά τους Μέσους Χρόνους.[1]

Στην πρώτη ενότητα της παρούσης εργασίας, εξετάζεται η επιχειρηματολογία του Αριστοτέλη περί σφαιρικότητας τη Γης και η σύνδεσή της με τις βασικές παραδοχές της φυσικής του θεωρίας.

Στη δεύτερη, αναζητούμε τα φυσικά επιχειρήματα του χριστιανού γεωγράφου Κοσμά Ινδικοπλεύστη με τα οποία επιχειρεί να ανασκευάσει την αριστοτελική-πτολεμαϊκή θεωρία περί σφαιρικότητας της Γης και με ποια έννοια η θρησκευτική του ταυτότητα συνιστά τον ουσιαστικό λόγο της απόρριψης της σφαιρικότητας της Γης από εκείνον.

Στην Τρίτη ενότητα περιγράφουμε τη στάση του Γρηγορίου Παλαμά έναντι της αριστοτελικής-πτολεμαϊκής θεωρίας περί σφαιρικότητας της Γης και η σχέση των δικών του αντιλήψεων με την άποψη του Κοσμά.


Ενότητα Α΄: Η θεωρία περί σφαιρικότητας της Γης του Αριστοτέλη

 

Ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.) αποτέλεσε αξεπέραστη αυθεντία στην επιστημοσύνη, πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια, ενώ το τεράστιο εύρος του έργου του, ιδιαίτερα οι διδασκαλίες του για την κίνηση και την κοσμολογία, κυριαρχούσαν ως τον 17ο αιώνα.[2]

Οι αρχές της γεωκεντρικής κοσμολογίας, που διατυπώθηκε μαθηματικά από τον Πτολεμαίο, είχαν καταλυτική επίδραση στην ανάπτυξη της κοσμογονίας της ύστερης αρχαιότητας.[3]

Ο Αριστοτέλης πρέσβευε απόλυτα στη σφαιρικότητα της Γης, ενώ στήριζε την άποψή του σε μια σειρά επιχειρημάτων, λέγοντας ότι η Γη έχει αναγκαστικά σφαιρικό σχήμα γιατί όλα τα μόριά της έχουν βάρος με το οποίο συμπιέζεται και ωθείτε το μικρότερο από το μεγαλύτερο, προς το κέντρο, καθώς οποιοδήποτε βαρύ σώμα ανεξαρτήτως του μεγέθους του ρέπει στο κέντρο [297a10-14].[4]

Συμπεράσματα για τη σφαιρικότητα της Γης εξάγουμε από την παρατήρηση φυσικών φαινομένων που αντιλαμβανόμαστε. Αν η Γη δεν είχε σχήμα σφαιροειδές, οι εκλείψεις της σελήνης δεν θα διαμόρφωναν το σχήμα της διαφορετικά κατά το μηνιαίο κύκλο της, άλλοτε κομμένη στη μέση κι άλλοτε αμφίκυρτη, πανσέληνος ή ημισέληνος.  Όταν η Γη παρεμβάλλεται στη σελήνη και τον ήλιο, η ορίζουσα γραμμή εμφανίζεται κυρτή, λόγω του σφαιρικού σχήματος της περιφέρειάς της. Επιπρόσθετα, παρατηρώντας τα άστρα, μετακινούμενοι βόρια ή νότια, γίνεται φανερό πως η περιφέρεια της γης είναι κυρτή και το μέγεθός της μικρό, καθώς αντιλαμβανόμαστε να αλλάζει ο κύκλος του ορίζοντα, αλλάζοντας ολοφάνερα και η θέση των άστρων σ’ αυτόν [2297b25-34, 298a1-4].[5]

Βάσιμα λοιπόν, λέει ο Αριστοτέλης, υποστηρίζουν κάποιοι πως η περιοχή των Ηράκλειων στηλών, στην Ιβηρική χερσόνησο, συσχετίζονται άμεσα με την περιοχή των Ινδιών, καθώς συνδέονται με την ίδια θάλασσα, ενώ το είδος των ελεφάντων διαβιώνει σ’ αυτές τις άκρως αντίθετες περιοχές [298a10-14] και επιπρόσθετα, οι μαθηματικοί υπολογίζουν το μήκος της περιμέτρου της Γης, ορίζοντάς το σε σαράντα μυριάδες στάδια. Τεκμαιρόμενοι λοιπόν από αυτά, πρέπει αναγκαστικά να παραδεχθούμε πως ο όγκος της γης είναι σφαιρικός, αλλά δεν είναι μεγάλος σε σχέση με τα υπόλοιπα άστρα [298a15-20].[6]

Η κοσμογονία του Αριστοτέλη εξαρτάται σε μέγιστο βαθμό από τον Πλάτωνα και τους πλατωνικούς Τιμαίο και Επινομίδα, οι οποίοι ισχυρίζονταν πως το σύμπαν αποτελείται από δύο ανόμοια και ιεραρχικά ταξινομημένα επίπεδα, ενώ όμως οι πλατωνικοί τόνιζαν την αντίθεση μεταξύ του εμπειρικού κόσμου κι εκείνου των ιδεών, ο Αριστοτέλης έβαζε στη θέση του δεύτερου τον τέλειο κόσμο των ουρανών, των άστρων και των κινήσεών τους.[7]

Πάνω, στην υπερσελήνια περιοχή, βρίσκονται οι ουρανοί και τ’ άστρα και κάτω, στην υποσελήνια, ο κόσμος της γης, δύο περιοχές που ξεχωρίζουν από το είδος της κίνησης των σωμάτων τους, σε κυκλική και αέναη η ουράνια, σε γραμμική και παροδική η επίγεια, αλλά και από την ύλη από την οποία συντίθεται έκαστος εξ αυτών (τελεολογία).[8] Τον γήινο κόσμο συνθέτουν τα τέσσερα ουσιωδέστερα στοιχεία της προσωκρατικής φιλοσοφίας, πῦρ, γῆ, ἀήρ, ὕδωρ, αποτελώντας το καθένα μια ατελή «σφαίρα», ενώ αναμειγνύονται συνεχώς μεταξύ τους, εξηγώντας τοιουτοτρόπως τις φυσικές κινήσεις των σωμάτων.[9]

Ο Αριστοτέλης, για να δικαιολογήσει την ορατότητα και την υλικότητα των άστρων, υποστηρίζει πως ο ουράνιος κόσμος συνίσταται από ένα πέμπτο στοιχείο πύρινης φύσης, τον αιθέρα, στοιχείο άφθορο κι αναλλοίωτο στο χρόνο, που αντιλαμβάνεται μόνο την κατά τόπο κίνηση.[10]

Κατά τον Αριστοτέλη, στοιχείο θεωρείται αυτό που δεν μπορεί να διαλυθεί σε διαφορετικά υλικά, ενώ ο ίδιος μιλά για τις ιδιότητες, τις επιδράσεις και τις δυνάμεις των στοιχείων, επιδιώκοντας να αποδείξει πως τα στοιχεία που αποδέχτηκαν οι προγενέστεροί του και κυρίως τα μαθηματικά σώματα του Πλάτωνα, δεν δύνανται να έχουν τέτοιες δυνατότητες, καθώς δεν υπάρχει το σχήμα της αντίθεσης.[11]

Ο Αριστοτέλης ουσιαστικά καταφέρεται εναντίον του Πλάτωνα, στηλιτεύοντας επίσης την εμμονή σε εκπεφρασμένες θέσεις του, λέγοντας πως εκφράζει γνώμες που δεν συμφωνούν με τα φαινόμενα, καθώς δεν χρησιμοποιεί ορθά τις αρχές, «με τη βοήθεια των οποίων γνωρίζουμε τη δομή του φυσικού γίγνεσθαι, αλλά τα αποδίδει όλα σε ορισμένες προκατασκευασμένες γνώμες».[12]



Ενότητα Β΄: Η άποψη του Κοσμά Ινδικοπλεύστη περί της Γης

 

Ο Κοσμάς Ινδικοπλεύστης (6ος αι. μ.Χ.), ελληνικής καταγωγής ή ελληνόφωνος Αλεξανδρινός έμπορος, περιηγητής, γεωγράφος, μοναχός και συγγραφέας του 6ου μ.Χ. αιώνα, περιηγήθηκε γύρω από την Αίγυπτο και ταξίδεψε στον Εύξεινο Πόντο, στην Ανατολική Αφρική, την Κεϋλάνη και τις Ινδίες.[13]

Ο Κοσμάς, όταν αποσύρθηκε, επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, εκάρη μοναχός στη Μονή Σινά και αφιερώθηκε στη συγγραφή έργων περιγραφικής γεωγραφίας και κοσμογραφίας. Ως μοναχός συνέγραψε την Χριστιανική Τοπογραφία ή Κοσμογραφία, έργο με το οποίο αποπειράθηκε να εισαγάγει νέο γεωγραφικό σύστημα και κοσμολογικό μοντέλο που να συμπίπτει με τις διδαχές της βίβλου, παρερμηνεύοντας τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους. Οι γεωγραφικές πληροφορίες της Τοπογραφίας, είναι ιδιαίτερα σημαντικές, όμως οι κοσμολογικές περιγραφές που εμπεριέχει, θεωρούνται απλοϊκές.[14]

Ο Κοσμάς, υπερασπίζεται με ιδιαίτερη ζέση την απλουστευμένη ιουδαϊκή κοσμολογία, ως φανατικός χριστιανός, συνδυάζοντας τις εμπειρικές του γεωγραφικές επισημάνσεις με βιβλικές αναφορές, θεωρώντας το σχήμα της Γης επίμηκες, στο πρότυπο της Σκηνής του Μαρτυρίου του Μωυσή, απορρίπτοντας τη σφαιρικότητα. Παρόμοια περιγράφει το Σύμπαν, ως κυβοειδές διώροφο κιβώτιο με καμαροειδή στέγη, που προσομοιάζει με την Κιβωτό της Διαθήκης, επικαλυμμένο με τον ανώτερο ουρανό, τη βιβλική βασιλεία των ουρανών, που προορίζεται για τους ανθρώπους μετά την τελείωσή τους, όπου δεσπόζει ο Παντοκράτορας.[15] Ο ουρανός επικάθεται στο στερέωμα, το οποίο σχηματίζει δεύτερο ουρανό, εκείνο των θνητών, το επίγειο βασίλειο.[16]  Το σύνολο του συστήματος επικάθεται στη Γη, που σύμφωνα με τον Κοσμά, είναι μια επίπεδη επιμήκης πεδιάδα, καλυμμένη από τον ουράνιο θόλο, ενώ περιβάλλεται από τον ωκεανό, πέρα από τον οποίο τοποθετείται ο παράδεισος. Ως ένας τεράστιος τετράγωνος θάλαμος με ημικυλινδρική οροφή, περιγράφεται και το ακίνητο Σύμπαν, στον πυθμένα του οποίου επικάθεται η Γη.[17] Οι άκρες της Γης περιβρέχονται από τον ωκεανό και είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τις άκρες του ουρανού.[18]

Στο Βορρά, γύρω από ένα κωνοειδές όρος, κινείται ο Ήλιος, η Σελήνη και οι αστέρες, που σχηματίζουν συμμετρικές κυκλικές τροχιές, κατά τα κελεύσματα του Θεού, που έχει τη δυνατότητα επαναπροσδιορισμού την πορεία των πάντων.[19]

Η «παγανιστική» θεωρία ήθελε τη σφαιρική Γη στο κέντρο του σύμπαντος, με τα ουράνια σώματα να περιστρέφονται γύρω από αυτή, ενώ κάλυπτε ικανοποιητικά την νυχτερινή εξαφάνιση του ήλιου, στην θεωρία του Κοσμά που «κρυβόταν» η μεγάλη σφαίρα φωτός; Το πρόβλημα «έλυσε» ο Κοσμάς, υποστηρίζοντας ότι ο Ήλιος άλλες φορές πλησιάζει την κορυφή κι άλλοτε τη βάση ενός μεγάλου όρους στον παγωμένο βορρά και μ’ αυτό τον τρόπο δικαιολόγησε την εναλλαγή ημέρας και νύχτας, καθώς το υψηλό όρος εμπόδιζε τις ακτίνες του ήλιου να φωτίσουν τη Γη, ενώ στην κίνηση των ουράνιων σωμάτων παρεμβαίνουν άγγελοι.[20] Οι νύχτες ποικίλλουν στο μήκος τους γιατί το χειμώνα ο Ήλιος περιστρέφεται γύρω από τη μεγάλη βάση του όρους, ενώ το καλοκαίρι κινείται λοξοειδώς περί την κορυφή του.[21]

Στην Τοπογραφία του, ο Κοσμάς θεωρεί πως δεν υπάρχουν κατοικούμενοι «αντίποδες», γιατί διαφορετικά, πως οι άνθρωποι εκεί περπατούν ανάποδα, σε σχέση με εκείνους γύρω από τη σφαιρική γη.[22]

Ο λόγος συγγραφής της Χριστιανικής Τοπογραφίας ήταν καθαρά θρησκευτικός, καθώς η Εγγύς και Μέση Ανατολή εκχριστιανίζονταν αλματωδώς, ενώ βάθαινε το ρήγμα μεταξύ των δύο κόσμων, είτε με τη μορφή αιρέσεων, είτε με την αντιπαράθεση μεταξύ των τελευταίων εθνικών στοχαστών και των ποιμεναρχών της Εκκλησίας.[23]

Πρόκειται ουσιαστικά για μια αμφιλεγόμενη θεωρία, προμελετημένη ώστε να αντικρούσει την «ασεβή» παγανιστική κοσμοθεωρία, ενώ αποτέλεσε τη βάση του οικοδομήματος της χριστολογίας και της σωτηριολογίας, του «αληθινού» χριστιανού.

Εφόσον την άποψη του σφαιροειδούς σύμπαντος είχε αποδεχτεί μέρος του ορθόδοξου και μονοφυσιτικού χριστιανικού κόσμου, υφίσταται για τον Κοσμά το δίλημμα: «Όποιος ενστερνίζεται την θεωρία του κυβόσχημου σύμπαντος είναι αληθινός χριστιανός κι όποιος αποδέχεται το σφαιρικό, αιρετικός και ψευδοχριστιανός», ενσωματώνοντας στην Τοπογραφία του μεγάλο μέρος της θρησκευτικής διαμάχης της εποχής του.[24]

Η Τοπογραφία γράφτηκε με σκοπό να αποτελέσει το πολεμικό θεολογικό εγχειρίδιο των οπαδών της νεστοριανής αίρεσης, της οποίας πιστός οπαδός υπήρξε και ο Κοσμάς, κατά των κοσμοβριθών αντιπάλων τους μονοφυσιτών, καθώς και εναντίον του Ιωάννου Φιλόπονου και των «ψευδοχριστιανών» συνοδοιπόρων του, οι οποίοι αντλούν επιχειρήματα για τη σφαιρικότητα της γης από την ειδωλολατρική επιστήμη και τον αριστοτελισμό.[25]

Η πρωτόγονη ερμηνεία της Αγίας Γραφής από τον Κοσμά, με τον ουρανό πάνω και τη γη κάτω, εύρισκε απήχηση στους αμόρφωτους Βυζαντινούς πληθυσμούς, καθώς η εικόνα του πολυώροφου οικοδομήματος ήταν σαφώς πιο εύληπτη, όμως οι λόγιοι και μορφωμένοι απέρριπταν την κοσμοθεωρία του, όπως πιστοποιεί και η άποψη του Πατριάρχη Φωτίου που τον αποκάλεσε «παραμυθά».[26]

 


Ενότητα Γ΄: Η θεωρία περί Γης του Γρηγορίου Παλαμά

 

Ο αρχηγός των ησυχαστών, Βυζαντινός μυστικιστής θεολόγος, Γρηγόριος Παλαμάς (1296-1359), γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, αναθρεμμένος στην αυλή του Ανδρονίκου του Β΄, εγκατέλειψε νεότατος τα εγκόσμια αποδεχόμενος το μοναχικό σχήμα στη Θεσσαλονίκη, όπου κατά την περίοδο της ησυχαστικής έριδας, άσκησε πολεμική κατά της μη εκκλησιαστικής επιστημολογίας των Βαρλαάμ Καλαβρού και Ακίνδυνου.[27]

Ο Παλαμάς έζησε σε μια εποχή που αμβλυνόταν, ως ένα βαθμό, οι εντάσεις μεταξύ των θιασωτών της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και της Ορθόδοξης Χριστιανικής θεολογίας, παρότι η ησυχαστική έριδα εμπεριείχε στοιχεία φιλοσοφικής διαμάχης, μεταξύ των «πλατωνικών» παλαμιτών και των «αριστοτελικών» βαρλααμικών, αλληλοκατηγορούμενων για τις «ελληνικές» ιδέες τους.[28]

Ο Παλαμάς αντιμετώπισε την αρχαία φιλοσοφία κατά κανόνα χωρίς λογικά επιχειρήματα, με ευθείες επιθέσεις και  λίβελους,  όπως συνήθιζε η ορθόδοξη πλευρά κατά τον 14ο αιώνα.[29]

Ωστόσο, η θεωρία του Παλαμά, στο έργο του «Κεφάλαια εκατόν πεντήκοντα, 1-14: Περί κόσμου», περνά από το, αναγνωρισμένο από τους Βυζαντινούς, αριστοτελικό- πτολεμαϊκό πλαίσιο σκέψης και παρότι ο ίδιος τονίζει την υπεροχή της βιβλικής κοσμοθεωρίας, δεν θεωρεί αναγκαία την κυριολεκτική ερμηνεία της γραφής (κεφ. 1), αναφερόμενος στα ουράνια και επίγεια βασίλεια, την αριστοτέλεια υπερσελήνια και υποσελήνια περιοχή (κεφ. 3-14).[30]

Ο Παλαμάς αποδέχεται την σφαιρικότητα της Γης, στηριγμένος στις φυσικές αρχές των σωμάτων, δημιουργώντας ένα κοσμογραφικό μοντέλο, εμπνευσμένο από το αριστοτελικό-πτολεμαϊκό πρότυπο, παραλλαγμένο σημαντικά. Θεωρεί έκκεντρη τη θέση του κέντρου στη σφαίρα νερού, κατά την επαφή της με την γήινη σφαίρα, ενώ επιχειρηματολογεί, θεωρώντας «ότι η σφαίρα της γης είναι ένας κύκλος, γύρω απ’ αυτόν φέρνουμε έναν άλλο κύκλο, που είναι η σφαίρα του νερού και ο οποίος συναρμόζεται με τον πρώτο, που βρίσκεται μέσα του, στο άνω 1/10 του. Τοιουτοτρόπως προκύπτει, ότι το κατώτατο πέρας του εσωτερικού κύκλου είναι κέντρο του εξωτερικού και ότι ο εξωτερικός έχει διάμετρο διπλάσια, ενώ η σφαίρα που έχει διάμετρο διπλάσια, έχει όγκο οκταπλάσιο από τον όγκο της σφαίρας που έχει τη μισή διάμετρο», (κεφ. 13-14).[31]

  O Παλαμάς, παραδέχεται την ύπαρξη αρχής και τέλους του κόσμου, όπως η φύση που «κατά μέρη» τελειώνει αδιάκοπα, μετασκευάζεται και μεταστοιχειώνεται, σε αντίθεση με το Αριστοτέλη που πρεσβεύει πως ο κόσμος είναι αιώνιος (κεφ.1-2).[32] Ο Παλαμάς επιμένει ότι όλα στη Γη, η πέτρα, ένα κομμάτι μέταλλο, το νερό, ο αέρας και η φωτιά, κινούνται φυσικά και όχι βάσει της «κοσμικής Ψυχής». Η «ψυχή» κατά τον Παλαμά, είναι «η εντελέχεια οργανικού σώματος που έχει δυνάμει ζωή», όμως ο ουρανός εφόσον δεν διαθέτει κανένα οργανικό μέρος ή μέλος δεν μπορεί να διαθέτει ζωή, άρα είναι αδύνατο να έχει και ψυχή (κεφ. 3). Ο Θεός είναι άκτιστος, ενώ δημιούργησε τα πάντα στο χωροχρόνο, συντονίζοντας κάθε φυσική και άυλη δημιουργία. Ο Παλαμάς και ο Βλεμμύδης εμμένουν στη μοναδικότητα του ανθρώπου, ως ενσώματου έλλογου όντος, αντικρούοντας τους σοφούς που μιλούσαν για τέσσερα «γένη ανθρώπων» που κατοικούσαν πάνω στη γη, υποστηρίζοντας, πως ήταν κατοικήσιμη μόνο η «καθ’ ημάς» (κεφ. 14). [33]

Ο Γρηγόριος Παλαμάς αμφισβητούσε, όπως και ο Κοσμάς ο Ινδικοπλεύστης, την ύπαρξη ζωής στους «αντίποδες» και «αντεστραμμένους» της γης, διότι υποστήριζε πως εκτός από το ένα δέκατο της σφαίρας της γης όλη η άλλη επιφάνεια ήταν πλημμυρισμένη από μιαν άβυσσο υδάτων, γεγονός που οι αρχαίοι σοφοί αγνοούσαν (κεφ. 9).[34]

Επίλογος

 

Ο Αριστοτέλης αποδεικνύει την σφαιρικότητα της Γης, μέσα από ενδελεχή επιχειρηματολογία, βασισμένη σε απλή παρατήρηση φυσικών φαινομένων, αλλά και καθαρά επιστημονικές παραδοχές της φυσικής του θεωρίας.

Ο Κοσμάς Ινδικοπλεύστης στην συγγραφή της Χριστιανικής Τοπογραφίας του και των ιδιαίτερων θεωριών του περί της Γης, κινείται προφανώς από θρησκευτικά ελατήρια, καθώς είναι ο ίδιος οπαδός μιας εξαιρετικά φανατικής αιρέσεως.

Ο Γρηγόριος Παλαμάς, εξαιρετικά καλλιεργημένος και πολυμαθής, προσπαθεί μέσω της κοσμολογίας του, να αποδείξει την ανωτερότητα της χριστιανικής πίστης μέσα από επιστημονικές και φιλοσοφικές απόψεις.

 

Βιβλιογραφία

  • Αριστοτέλης, Περὶ οὐρανοῦ, Mτφ. Π. Παναγιώτου, Νέα Σύνορα - Α. Λιβάνη, Αθήνα 1989.
  • Asmous, V.F., Αριστοτέλης, μτφρ. Αννίκα Χαραλαμπίδου, Κέδρος, 1978.
  • Vegetti, Μ., Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας, μτφ. Ι.Α. Δημητρακόπουλος, Π. Τραυλός, Αθήνα 20001.
  • Δημητρακόπουλος, Ι.Α., «Γρηγορίου Παλαμά Κεφάλαια ἑκατὸν πεντήκοντα, 1–14: «Περί κόσμου». Κείμενο, μετάφραση και ερμηνευτικά σχόλια», Βυζαντιακά 20, 2000.
  • Düring, I., Ο Αριστοτέλης: παρουσίαση και ερμηνεία της σκέψης του, τόμ. Β΄ (μτφ. Α. Γεωργίου-Κατσιβέλα), Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 19992.
  • Hunger, H., Βυζαντινή λογοτεχνία: Η λόγια κοσμική γραμματεία των Βυζαντινών, τόμ. Α΄: Φιλοσοφία - ρητορική - επιστολογραφία - γεωγραφία (μτφ. Λ.Γ.  Μπενάκη, I.Β. Αναστασίου, Γ.Χ. Μακρή, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1987.
  • Θεοδοσίου Σ.- Δανέζης Μ., Στα χρόνια του Βυζαντίου: οι θετικοί επιστήμονες, ιατροί, χρονολόγοι και αστρονόμοι, Δίαυλος, Αθήνα 2010.
  • Κοσμάς Ινδικοπλεύστης, Χριστιανικὴ τοπογραφία. Εισαγωγή - μετάφραση - σχόλια Φ. Καλαϊτζάκης, Στοχαστής, Αθήνα 2007.
  • Τατάκης, Β., Βυζαντινή Φιλοσοφία, Μτφρ. Εύα Καλπουρτζή, Βιβλιογραφική ενημέρωση Λίνος Μπενάκης, εκδ. Σχολής Μωραΐτη, Αθήνα 1977.
  • Χριστιανίδης, Γ. κ.ά., Ελληνική φιλοσοφία και επιστήμη: από την Αρχαιότητα έως τον 20ό αιώνα, τόμ. Β΄, Ε.Α.Π., Πάτρα 2000.

  Δημήτρης Β. Καρέλης


Συγγραφέας -Αρθρογράφος - Πολιτισμολόγος,

Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό 

της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ.

Copyright © 2022 - All Rights Reserved 



[1] Αριστοτέλους, Περὶ οὐρανοῦ , όπως και στη συνέχεια.

[2] Χριστιανίδης, 133.

[3] Asmous, 77.

[4] Αριστοτέλης, 81.

[5] Ίδιο, 82.

[6] Αριστοτέλης, 83.

[7] Vegetti, 238.

[8] Ίδιο, 238.

[9] Ίδιο, 238.

[10] Ίδιο, 238.

[11] Düring, 122.

[12] Düring, 122-123.

[13] Θεοδοσίου - Δανέζης, 211.

[14] Ίδιο, 212.

[15] Hunger, 380.

[16] Θεοδοσίου - Δανέζης, 212.

[17] Θεοδοσίου - Δανέζης, 212.

[18] Hunger, 380.

[19] Θεοδοσίου - Δανέζης, 212-213.

[20] Hunger, 380.

[21] Θεοδοσίου - Δανέζης, 213.

[22] Κοσμάς Ινδικοπλεύστης, 197.

[23] Ίδιο, 19.

[24] Κοσμάς Ινδικοπλεύστης, 15.

[25] Ίδιο, 27.

[26] Hunger, 381.

[27] Τατάκης, 251.

[28] Τατάκης, 252.

[29] Hunger, 67.

[30] Δημητρακόπουλος, 304-311.

[31] Ίδιο, 310.

[32] Ίδιο, 304.

[33] Δημητρακόπουλος, 311.

[34] Ίδιο, 301.

ΕΛΠ22- 3η 2016-2017

*Δημήτρης Β. Καρέλης


Συγγραφέας -Αρθρογράφος - Πολιτισμολόγος,

Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό 

της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ.

Copyright © 2022 - All Rights Reserved 



Post a Comment

Αφήστε το μήνυμά σας, το σχόλιο ή τις παρατηρήσεις σας.

Νεότερη Παλαιότερη