Η δαμασκηνιά

Η δαμασκηνιά είναι αγγειόσπερμο, δικότυλο, φυλλοβόλο δέντρο και ανήκει στο γένος Προύνος (Prunus), στην οικογένεια των Ροδοειδών (Rosaceae), και είναι αδελφικό δέντρο με την κορομηλιά.
Ιθαγενές φυτό των χωρών του βορείου ημισφαιρίου κατάγεται από τις περιοχές της Κασπίας θάλασσας. Αρχαίο δέντρο αναφέρεται από τον Θεόφραστο σαν προύμνη εξ ου και η επιστημονική του ονομασία προύνος.
Σήμερα καλλιεργείται ευρέως στην Ευρώπη από το βορρά μέχρι το νότο, την Ασία και τη Βόρειο Αμερική.
Το δέντρο φτάνει σε ύψος τα 12 μέτρα ,έχει πλούσιο ριζικό σύστημα αλλά επιπόλαιο όπως οι κορομηλιές. Οι ανθοφόροι οφθαλμοί του φέρουν 2-3 άνθη.
Ο καρπός της δαμασκηνιάς είναι το δαμάσκηνο.
Δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα προσαρμογής σε κλίμα και έδαφος. Ανθεκτική στο ψύχος , ακόμα και για τα άνθη της.
Χρειάζεται αραίωμα των καρπών της έτσι ώστε να αυξηθεί η ποσότητα παραγωγής και να μην σπάσουν τα κλαδιά από το βάρος.

Στην Ελλάδα καλλιεργείται η ποικιλία Σκοπελίτικη και τα δαμάσκηνα που βγάζει προορίζονται για ξήρανση. Επίσης συνηθίζεται να λέγεται δαμασκηνιά και η μπουρνελιά ,όμως στην πραγματικότητα διαφέρουν από το σχήμα και χρώμα των καρπών τους.

Οι κύριες περιοχές καλλιέργειας είναι η Θεσσαλία, το νησί Σκόπελος , η Στερεά Ελλάδα , η Μακεδονία και η Θράκη.
Η δαμασκηνιά καλλιεργείται ευρέως σε όλη την υφήλιο. Ανήκει στην οικογένεια Rosaceae, στο γένος Prunus,που περιλαμβάνει είδη από Ασία, Ευρώπη και Αμερική. Σα είδη με δενδροκομική σημασία είναι τα εξής: P. domestica, P. salicina, P. cerasifera, P. insititia, P. spinosa, P. alleghaniesa, P. americana κ.α.
Σεχνικές καλλιέργειας
Απαιτήσεις σε κλίμα-έδαφος
Η δαμασκηνιά μπορεί να ευδοκιμήσει επί διαφόρων τύπων εδαφών, αλλά αποδίδει καλύτερα σε βαθιά, ελαφρά, ασβεστώδη και μέσης σύσταση εδάφη, που αποστραγγίζονται καλά. Ανέχεται βαρύτερα εδάφη από τα πιο πολλά πυρηνόκαρπα, εκτός αν έχει ως υποκείμενο τη ροδακινιά.
Θεωρείται ευαίσθητη στους ισχυρούς ανέμους και γι’ αυτό θα πρέπει να αποφεύγονται οι περιοχές εκείνες που είναι εκτεθειμένες σε διαρκείς και σφοδρούς ανέμους.
Η δαμασκηνιά προσαρμόζεται εύκολα και ευδοκιμεί ικανοποιητικά σε ευρεία ποικιλία κλιματικών και εδαφικών συνθηκών.
Η ψηλή ατμοσφαιρική υγρασία και οι πολλές βροχοπτώσεις κατά την περίοδο της ανθοφορίας της δαμασκηνιάς την άνοιξη, αποτελούν δυσμενείς παράγοντες για τη καλλιέργειά της, γιατί ευνοούν την ανάπτυξη της μονίλιας. Συνεπώς περιοχές με πολύ υγρή άνοιξη θεωρούνται ακατάλληλες για την καλλιέργεια της δαμασκηνιάς και πρέπει να αποφεύγονται.

Πολλαπλασιασμός
Η δαμασκηνιά πολλαπλασιάζεται με ενοφθαλμισμό με όρθιο Σ πάνω σε υποκείμενα σπορόφυτα (μυροβαλάνου, ροδακινιάς, βερικοκιάς και αμυγδαλιάς) ή κλώνους ηλικίας 1 έως 2 χρόνων. Ο ενοφθαλμισμός μπορεί να γίνει την άνοιξη, το καλοκαίρι (μέσα Ιουλίου) και το φθινόπωρο (αρχές Σεπτεμβρίου).
Ο ενοφθαλμισμός την άνοιξη γίνεται μόλις αρχίσει να αποκολλάται εύκολα ο φλοιός του υποκειμένου με κοιμώμενο οφθαλμό από εμβολιοφόρους βλαστούς, που κόπηκαν έγκαιρα και διατηρήθηκαν κατάλληλα συσκευασμένοι σε θερμοκρασία 30 έως 40 C. σαν πιο κατάλληλη όμως εποχή θεωρείται το καλοκαίρι και το φθινόπωρο με ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες, περίοδοι, που εξασφαλίζουν και τα κατάλληλα εμβόλια. Σο παραγόμενο δενδρύλλιο συνήθως διατίθεται ως μονοετές την επόμενη χρονιά, τέλη φθινοπώρου, ή ως διετές τη μεθεπόμενη χρονιά κατά τη ν ίδια περίοδο.
Σα κλωνικά υποκείμενα πολλαπλασιάζονται σχετικά εύκολα με ξυλοποιημένα χειμερινά μοσχεύματα, με φυλλοφόρα μοσχεύματα και με την τεχνική in vitro.
Τποκείμενα σπορόφυτα: Σα υποκείμενα αυτά παράγονται από σπόρο. Συνήθως χρησιμοποιούνται σπόροι μυροβολάνου (P. cerasifera), δαμασκηνιάς, κορομηλιάς και ροδακινιάς (Levell, Nemaquard, Elberta, κ.α.) και ελάχιστες φορές βερικοκιάς και αμυγδαλιάς. Σα σπορόφυτα ροδακινιάς, βερικοκιάς και αμυγδαλιάς δε συνηθίζονται πια και δε συνιστώνται εκτός από ειδικές περιπτώσεις.
Τποκείμενα κλωνικά: Marianna 2624, Myrobolan 29C, Myrobolan B, Brompton, St. Julien A, Pershore, St. Julien GF 355/2, Damas 1869 ή GF 1869, Pixy, P. angustifolia, Prunus besseyi
Λίπανση
Η εμπειρική λίπανση κατά στρέμμα είναι της τάξης 10-15 μονάδες για το άζωτο (σαν θειϊκή αμμωνία 50-75 χιλιογρ. λιπάσματος, 5-10 μονάδες για το φώσφορο (σαν υπεροφωσφορικό 25-50 χιλιογρ. λιπάσματος) και 15-20 μονάδες για το κάλι (σαν θεϊκό κάλι 30-40 χιλιογρ. λιπάσματος) και κάθε δυο χρόνια για το φώσφορο και το κάλι, όταν τα εδαφικά αποθέματα είναι ανεπαρκή. Η προσθήκη των λιπαντικών στοιχείων συνίσταται να γίνεται χρονικά.
Εγκατάσταση φυτείας
Η φύτευση των δενδρυλλίων γίνεται από το Νοέμβρη, μόλις συμπληρωθεί η φυλλόπτωση, μέχρι τις αρχές της άνοιξης, προτού εκπτυχθούν οι οφθαλμοί και πάντοτε με ευνοϊκές εδαφοκλιματικές συνθήκες.
Η απόσταση φύτευσης εξαρτάται από τη ζωηρότητα της ποικιλίας και του υποκειμένου, και τη γονιμότητα του εδάφους. Συνήθως κυμαίνονται από 6 έως 7 μέτρα για τα ελεύθερα σχήματα μόρφωσης και 3 έως 4 μέτρα για τα γραμμοειδή σχήματα μόρφωσης. Σελευταία άρχισαν να διαδίδονται τα συστήματα πυκνής φύτευσης (100 έως 200 δένδρα ανά στρέμμα) με τη διάδοση και χρησιμοποίηση του υποκειμένου Pixy.

Κλάδεμα
Σα επικρατέστερα σχήματα μόρφωσης είναι το κυπελλοειδές και η αμφίπλευρη παλμέττα.
Η πιο ιδεώδης μέθοδος είναι το αρκετά αυστηρό κλάδεμα για να εκπτυχθεί νέα βλάστηση και να αφαιρεθεί μερικό καρποφόρο ξύλο. Με αυτό τον τρόπο η παραγωγή θα μειωθεί σε βαθμό που συντελέσει στην απόκτηση καρπών ικανοποιητικού μεγέθους και στη διατήρηση της ζωηρότητας του δένδρου.
Δε θα πρέπει η αυστηρότητα του κλαδέματος να υπερβαίνει κάποιο όριο πέρα από το οποίο θα έχει αρνητική επίδραση στην παραγωγή.
Σο αυστηρό κλάδεμα συνίσταται σε ολοκληρωτική αφαίρεση των λαιμάργων, σε σχετικά αυστηρό αραίωμα των κλάδων και του καρποφόρου ξύλου σε όλη την κόμη του δένδρου (στους κλάδους προς την κορυφή της κόμης αφήνονται μόνον ένας ή δυο βλαστοί κατά κλάδο, που συντέμνονται σε κάποια πλάγια βλάστηση) και σε αυστηρή επιβράχυνση της αδύνατης βλάστησης.

Επικονίαση
Η παραγωγή θεωρείται πολύ ικανοποιητική όταν καρποδέσει το 15-20% των ανθέων. Αυτό επισυμβαίνει μόνον όταν εξασφαλιστούν οι κατάλληλοι επικονιαστές και ο παράγοντας μέλισσα.
Γενικά ενδείκνυται, για την εξασφάλιση ικανοποιητικής παραγωγής, η συγκαλλιέργεια δυο τουλάχιστον ποικιλιών συνανθουσών του ίδιου είδους.
Συγκομιδή
Η συγκομιδή των καρπών που προορίζονται για νωπή κατανάλωση γίνεται με το χέρι, ενώ όταν πρόκειται για αποξήρανση συγκομίζονται με δονητές.
Συνήθως η συλλογή διενεργείται σε 2 έως 4 χέρια, κατά προτίμηση τις πρωινές ώρες και με μεγάλη προσοχή , ώστε να διατηρηθεί ο ποδίσκος του καρπού και το λεπτό χνούδι που τον καλύπτει.
Αποδόσεις
Η δαμασκηνιά εισέρχεται σε αξιόλογη καρποφορία από τον 3ο-5ο χρόνο της ηλικίας της. Η παραγωγική ζωή της υπολογίζεται σε 30-40 χρονιά.
• Μέση απόδοση καρπών: 2,5-3 τόνους/ στρέμμα (σε πλήρη παραγωγή)
• Περίοδος συγκομιδής: Ιούλιος-Σεπτέμβριος (ανάλογα με την ποικιλία και την περιοχή).
Στην Ελλάδα καλλιεργείται, κυρίως, η ποικιλία Σκοπελίτικη και τα δαμάσκηνα που παράγονται προορίζονται για ξήρανση.
Οι κύριες περιοχές καλλιέργειας είναι η Θεσσαλία, το νησί Σκόπελος , η Στερεά Ελλάδα , η Μακεδονία και η Θράκη.

Ευεργετικές ιδιότητες
Η δαμασκηνιά καλλιεργείται για τους καρπούς της, που τρώγονται νωποί ή αποξηραμένοι.

Σα ξηρά δαμάσκηνα προσφέρουν βιταμίνες και μέταλλα που είναι ζωτικής σημασίας για την υγεία και τον μεταβολισμό. Αποτελούν πλούσια πηγή αντιοξειδωτικών βιταμινών όπως η βιταμίνη Α που βοηθά στην όραση και στην υγεία του δέρματος και η βιταμίνη C που είναι απαραίτητη για την ανάπλαση των ιστών. Περιέχουν, επίσης, σημαντικές ποσότητες μετάλλων και ιχνοστοιχείων δηλαδή σίδηρο, χαλκό, κάλιο και σελήνιο.


 www.minagric.gr

Ποντίκης Κ., 1987. Ειδική Δενδροκομία
http://nefeli.lib.teicrete.gr/browse/steg/theka/2007/Moniaki/attached-document/2007Moniaki.pdf
http://kipouremata.blogspot.com/search/label/%CE%94%CE%AD%CE%BD%CF%84%CF%81%CE%B1
http://xeniapap.blogspot.com/2010/10/blog-post_19.html


Post a Comment

Αφήστε το μήνυμά σας, το σχόλιο ή τις παρατηρήσεις σας.

Νεότερη Παλαιότερη