Σεραφείμ Χατζόπουλος: Τα αδέρφια και τα παιδιά τους, οικογενειών Πισπιρίγγου -Παπαγεωργίου

Η  ΜΕΓΑΛΗ ΜΑΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
Αργύρης Πισπιρίγγος, ο μεγαλύτερος αδερφός που πήγε στην Αμερική κι εργάζονταν ως επιστάτης χρυσορυχείου.
Ύστερα από αρκετά χρόνια απεργούσαν οι εργάτες του κι αυτός με κάποιους άλλους ήταν απεργοσπάστης. Στη συνέχεια οι απεργοί συγκρούστηκαν με τους απεργοσπάστες με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ο επιστάτης Αργύρης Πισπιρίγγος.
Το επίσημο κράτος των ΗΠΑ έστειλε στους κληρονόμους του
σε δολάρια την περιουσία του. Απ’ αυτά το μέρος που του αναλογούσε πήρε κι ο παππούς Ευθύμιος Παπαγεωργίου.
Ευθύμιος Πισπιρίγγος. Ο παπάς στο Βαρδαλή λέγονταν Γουργιώτης Γεώργιος και η παπαδιά Ελισάβετ. Επειδή το ανδρόγυνο ήταν άκληρο, δηλαδή δεν έκανε παιδιά, ο Παπαγιώργης έψαχνε να βρει ένα αγόρι να το υιοθετήσει.
            Πήγε λοιπόν στην Φωκίδα και στο χωριό Τοπόλια που τώρα
 λέγεται Ελαιώνας και είναι πολύ  κοντά στην Άμφισσα. Εκεί τον είχαν πληροφορήσει πως υπήρχε ένα αγόρι που το έλεγαν Θύμνιο Πισπιρίγγο. Επειδή η μητέρα του είχε πεθάνει κι ο πατέρας του
ξαναπαντρεύτηκε, η μητριά του Θύμνιου που άρχισε να αραδιάζει τα δικά της παιδιά, του φερόταν πολύ άσχημα. Κι αυτός η αλήθεια  είναι πώς ήταν ζωηρός κι  απείθαρχος.
            Κάποτε η μητριά του για να φυλάει τα παιδιά της την ώρα που αυτή θέριζε κάρφωσε το αυτί του στον κορμό μιας
 γκορτσιάς.
            Όλα αυτά τα έμαθε ο παπάς αλλά αποφάσισε να τον πάρει.
 Οι γονείς του με πρώτη και καλύτερη την μητριά με προθυμία του τον έδωσαν  Έτσι ο Παπα-Γιώργης πήρε τον Θύμνιο που ήταν τότε γύρω στα εννιά χρονών και τον έφερε στο Βαρδαλή. Επειδή  δεν υπήρχαν οι επίσημες τυπικές διαδικασίες που  ισχύουν σήμερα υιοθεσίας  και όλοι στο χωριό έμαθαν τον Θύμνιο του Παπαγιώργη ο Γραμματέας του χωριού τον  έγραψε στα μητρώα αρρένων ως Ευθύμιο Παπαγεωργίου.
            Ο παπάς τον έστειλε στο Σχολείο και μετά στο Τριτάξιο Σχολαρχείο, διότι τότε δεν υπήρχε Γυμνάσιο και Λύκειο.
Ο  Θύμνιος όμως ήταν πολύ ζωηρός και κάποτε ανέβηκε σ’ ένα πλάτανο και χτύπησε το μάτι του με αποτέλεσμα να μειωθεί πολύ απ’ αυτό η όρασή του.
Όταν ήρθε σε ανάλογη ηλικία πήγε στρατιώτης κι εκεί ειδικεύτηκε ως νοσοκόμος. Μάλιστα υπηρετούσε κοντά σ’ ένα  συμπατριώτη μας από τον οικισμό Κουζλόπα του χωριού Πουρνάρι Δομοκού που ήταν γιατρός, τον Ευστάθιο Μαλαμίδα κι επειδή τα χρόνια εκείνα ήταν ταραγμένα υπηρέτησε πολλά χρόνια στρατιώτης.
        
ΜΑΛΑΜΙΔΑΣ  ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ
Γεννήθηκε το 1890. Ήταν γιατρός, ουρολόγος και πολιτικός. Ύστερα από τις γυμνασιακές του σπουδές, φοίτησε στην Ιατρική Αθηνών και απέκτησε την ειδικότητα του ουρολόγου μετά από σπουδές του στο Παρίσι. Άσκησε την ιατρική στην Αθήνα από το 1916 μέχρι το 1926. Ανήσυχος καθώς ήταν δεν περιορίστηκε μόνο στην ιατρική, αλλά σπούδασε και νομικά. Και αυτό γιατί στοχεύοντας να ασχοληθεί με την πολιτική ήθελε να μπορεί να παρακολουθεί τις εξελίξεις της κοινωνίας και τα προβλήματα του λαού, αλλά και να υπερασπίζεται τους φτωχούς, ανήμπορους και αδύναμους της εποχής. Για αυτό δίκαια αποκαλέστηκε από τον λαό ως ο Μπάρμπα-Στάθης, ο προστάτης των αδυνάτων                                                                  Για πρώτη φορά πολιτεύθηκε το 1920 με το κόμμα των Φιλελευθέρων του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Διετέλεσε Υπουργός Υγιεινής (1945-1946), Δημόσιων έργων (1948-1949), Γεωργίας (1950), Ναυτικών (1950), και Εμπορικής Ναυτιλίας (1951).Έλαβε μέρος σε όλους τους πολέμους από το 1912 μέχρι το 1941 και προάχθηκε στο βαθμό του έφεδρου αρχίατρου. Στη διάρκεια του πολέμου 1912-13 διετέλεσε διευθυντής ορεινού χειρουργείου. Κατά την περίοδο 1940-1941 ήταν διευθυντής του 14ου Στρατιωτικού Νοσοκομείου Αθηνών και ακολούθως του 18ου Στρατιωτικού Νοσοκομείου Αθηνών.
Ο Ευστ. Μαλαμίδας έζησε με μια πενιχρή στρατιωτική σύνταξη. Με την ακεραιότητα του χαρακτήρα του, με το ήθος του και την αγάπη για τον συνάνθρωπο δίδαξε τι σημαίνει να πολιτεύεσαι αλλά και να περιμένεις τίμιος, περήφανος, αφιλοχρήματος και ενδεής, εφαρμόζοντας με σταθερότητα το αρχαίο γνωμικό «Τον άρχειν αιρεθέντα, των κτημάτων των ιδίων δει αμελείν» Δεν καταπιάστηκε με μικροσυμφέροντα και ρουσφέτια, άλλα δημιούργησε έργα υψηλού ενδιαφέροντος.
Το Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο και το Σανατόριο της Λαμίας, είναι η μεγαλύτερη προσφορά του για την φτωχολογιά. Έργα για τα οποία σήμερα τον μακαρίζουμε και πρέπει να ανάβουμε ένα κερί στην μνήμη του.
Πέθανε στις 22 Ιουλίου του 1966 ημέρα Παρασκευή, στην μεγαλοπρεπή κηδεία του που έγινε στην Λαμία στις 23 Ιουλίου 1966 με δημοσία δαπάνη, τον τίμησε με την παρουσία του πλήθος λαού και επισήμων.
Θυμάμαι όταν ήρθε ως υποψήφιος συνάντησε τον παππού μου το Θύμνιο, με τον οποίο είχαν συνυπηρετήσει για πολλά χρόνια στο στρατό. Έτυχε στη συνάντηση να είμαι  κι εγώ εκεί στην ηλικία του Δημοτικού Σχολείου και με ρώτησε ο Μαλαμίδας κάποια πράγματα. Του απάντησα με προθυμία και θάρρος αν και τον έβλεπα για πρώτη φορά. Τότε αυτός γυρίζοντας είπε στον παππού:
- Θύμνιο έχεις ένα πανέξυπνο εγγονό.
Ο  παππούς έστριψε ευχαριστημένος τα μουστάκια του.
Στο μεταξύ τα αδέρφια του στην Τοπόλια μεγάλωσαν κι αυτά και η οικογένεια μετακόμισε στο Σλα Μαχαλά στη Λαμία κάτω από το Κάστρο.
                        ΤΑ  ΑΔΕΡΦΙΑ ΤΟΥ ΠΑΠΠΟΥ:
        α) Ο  Νίκος Πισπιρίγγος πατέρας του Κώστα του Αργύρη και της Παναγιώτας. (για τον Αργύρη θα γράψω παρακάτω)
         β) Ο Γιώργος Πισπιρίγγος πατέρας του Βασίλη και του Γιάννη που μένουν στο Πειραιά και τους γνώρισα.
         γ)  Ο Δήμος  Πισπιρίγγος πατέρας του Γιάννη (Μανώλα) που ήταν οδηγός στα ΚΤΕΛ και της Γιαννούλας, που έγινε δασκάλα και τους γνώρισα.
         δ)  Ο Θεόδωρος  Πισπιρίγγος πατέρας του Γιάννη του ηλεκτρολόγου υπαλλήλου της ΔΕΗ και του Μήτσου τους οποίους γνώρισα.
                ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΡΓΥΡΗ ΠΙΣΠΙΡΙΓΓΟ:
Τότε με την πείνα το 1941 ο δεκάχρονος περίπου Αργύρης αγόραζε κάποια μικροπράγματα και γύριζε στα χωριά της Λαμίας για να
βγάλει το ψωμάκι του και μια μέρα εξαφανίστηκε. Ήταν τότε που
τα παιδάκια, ιδίως της Αθήνας πέθαιναν στο δρόμο από την πείνα
αφού έτρωγαν πορτοκαλόφλουδες από τα σκουπίδια ή μασούσαν
σόλες πεταμένων παπουτσιών. Στη συνέχεια πρήζονταν η κοιλιά
και το πρωί τα μάζευε το κάρο του Δήμου και τα έθαβαν αδιάβαστα μέσα σ’ ένα λάκκο – ομαδικό τάφο. Οι συγγενείς του Αργύρη πίστεψαν πως κι αυτός μάλλον θα είχε την ίδια τύχη – ατυχία.
Πέρασαν σχεδόν είκοσι χρόνια όταν κάποιος Λαμιώτης έκανε ένα
ταξίδι στο Παρίσι. Εκεί αφού περπάτησε αρκετά πήγε να ξεκουραστεί στο παγκάκι ενός πάρκου όπου καθόταν και κάποιος άλλος.
Σε μια στιγμή ο Λαμιώτης γύρισε και είδε στο πρόσωπο τον άλλο και είχε την αίσθηση πως κάπου τον είχε συναντήσει στο Σλα-Μαχαλά της Λαμίας όπου έμενε και ο ίδιος πριν από πολλά χρόνια.
- Δε μου λέτε κύριε, τον ρώτησε, μήπως είσθε Έλληνας;
- Ναι, του απάντησε Ελληνικά ο άλλος, και κατάγομαι από τη Λαμία.
- Μήπως είσαι ο Αργύρης Πιστπιρίγγος, συνέχισε ο άλλος.
- Ναι είμαι ο Αργύρης, απάντησε πάντα με γαλλική προφορά ο άλλος.
-Κι εγώ είμαι ο τάδε, απάντησε ο συνομιλητής του και συνέχισε:
-Μα οι δικοί σου σε έχουν στη Λαμία για πεθαμένο από την εποχή
της κατοχής.
-Ξέρεις , είπε ο Αργύρηςμ η πείνα τότε το 1941 μ‘ έφερε στην Αθήνα κι εκεί βρήκα ένα εμπορικό καράβι και μπήκα μέσα και πήγα πρώτα στην Πορτογαλία όπου έμεινα κάνα δυο χρόνια. Ύστερα έφυγα για τη Γαλλία
Εδώ στο Παρίσι πήγα στο Σχολείο κι   έμαθα τα Γαλλικά και στη συνέχεια σε μια τεχνική Σχολή όπου διδάχτηκα την τέχνη του γυψαδόρου και ελαιοχρωματιστή. Τώρα έχω δικό μου συνεργείο κι αναλαμβάνω μεγάλες δουλειές. Αγόρασα κι ένα καλό σπίτι δίπλα στο ποτάμι το Σηκουάνα. Πες μου όμως οι δικοί μου τι κάνουν;
Κι ο Λαμιώτης σύντροφος των παιδικών του χρόνων του μίλησε για τους συγγενείς του Αργύρη, ποιοί ζουν, ποιοι πέθαναν, ποιοι γεννήθηκαν και πως άλλαξε η πόλη και πώς είναι η ζωή στην Ελλάδα.
Έτσι χωρίς να το έχει σκοπό άναψε την σβησμένη μέχρι τότε σπίθα, που αργότερα έγινε φλόγα να κάνει ένα μικρό ταξίδι στην Ελλάδα για να δει τους δικούς του και να επιστρέψει πάλι στη Γαλλία.
Ύστερα από λίγους μήνες ο Αργύρης πήρε το αεροπλάνο και ήρθε στην Αθήνα κι από εκεί με το τραίνο στο Λιανοκλάδι και το αστικό στη Λαμία. Αγκαλιές και φιλιά με τους δικούς του και ιστορίες από την μια και την άλλη πλευρά.
Ναι αλλά κάπου τον περίμενε το δόκανο. Και το δόκανο ήταν μια γυναίκα που άκουγε στο όνομα Ουρανία χαϊδευτικό Νία Τσαούση.
Η δουλειά έγινε. (Έρως ανήκατε μάχαν.)
Το ζευγάρι τέλεσε του γάμους του στη Λαμία. Και ύστερα σύμφωνα  με την προγαμιαία συμφωνία έφυγε για το Παρίσι μ’ ένα φορτίο ευχών.
Ναι αλλά η Θεία Νία, μέσα στον πρώτο χρόνο παρουσίασε αιματολογικό πρόβλημα υγείας και οι Φραντζέζοι ιατροί ομού απεφάνθησαν:
-Δεν είναι κατάλληλο το κλίμα της Γαλλίας για την Νία. Πρέπει
να επιστρέψει στην Ελλάδα.
Αυτό κι έγινε. Πούλησε ο Αργύρης το σπίτι, μάζεψαν τα πράγματά τους και ήρθαν στη Λαμία όπου έμειναν στο σπίτι τους στην συνοικία Παγκράτι. Ο Θείος πήρε κάποιες καλές δουλειές κι έφτιαξε τα γύψινα και τους ελαιοχρωματισμούς στα ξενοδοχεία του Καραμανλή στα Καμένα Βούρλα. Γεννήθηκαν κι ο Νίκος κι ο Γιαννάκης .

ΕΠΑΝΕΡΧΟΜΑΙ  ΣΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ ΜΟΥ ΤΟ ΘΥΜΝΙΟ
Ο Θύμνιος μετά το στρατιωτικό για κάποια χρόνια έκανε το Δάσκαλο σε χωριά του Θεσσαλικού κάμπου και τον πλήρωναν οι γονείς των μαθητών, διότι τότε τουλάχιστον για τα χωριά δεν υπήρχε οργανωμένη δημόσια εκπαίδευση.
Παράλληλα ο ίδιος, κάτι που έκαναν και άλλοι συγγενείς του, ήταν λιθοξόος, δηλαδή πελεκητής λίθου. Σμίλευε με τα σφυράκια και τα κοπίδια του από πέτρα αγκωνάρια για τους τοίχους, κούπες για τις βρύσες και τσιούμες όπου οι γυναίκες έτριβαν με το τσιουμόξυλο το σιτάρι για τον πλιγούρι και τον τραχανά. Σ’ αυτές επίσης έτριβαν και το χονδρό αλάτι που αγόραζαν από το Ελληνικό μονοπώλιο.
Τότε μόνο αυτό (το μονοπώλιο) πουλούσε αλάτι, σπίρτα, τσιγαρόχαρτο, πετρέλαιο, τραπουλόχαρτα και σμύριδα.
Όλα δε τα έσοδα του μονοπωλίου πήγαιναν στην Αγγλία για να αποπληρώσουμε το δάνειο που πήραμε απ’ αυτή για να πληρώσουμε την πολεμική αποζημίωση στους Τούρκους για τον ατυχή πόλεμο που προκαλέσαμε εναντίον των Τούρκων το 1897 και το χάσαμε φτάνοντας αυτοί μέχρι τη θέση Ταράτσα στο δρόμο Δομοκού – Λαμίας πιο πάνω από το Χάνι του Δραχμάν – Αγά. Αυτό το είχαν αποφασίσει οι τρεις προστάτιδες δυνάμεις Αγγλία – Γαλλία και Ρωσία. Και πληρώναμε περίπου μέχρι το 1963. Ύστερα καταργήθηκε το μονοπώλιο κι ελεύθερα στο εμπόριο κυκλοφορούν όλα τα παραπάνω.
Εγώ όταν ήμουν μαθητής του Γυμνασίου και Λύκειο στο Δομοκό θυμάμαι πως λειτουργούσε το μονοπώλιο και το είχε κάποιος Δομοκίτης που στο επώνυμο λεγόταν Φράγκος.

Ο ΓΑΜΟΣ ΤΟΥ ΠΑΠΠΟΥ ΜΑΣ  ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ.   
Ο ΠΑΠΑ-ΓΙΩΡΓΗΣ με την πρεσβυτέρα (παπαδιά) την Ελισάβετ
βρήκαν ένα καλό ορφανό κορίτσι από πατέρα κι από μάνα  και πατέρα τη Βάγια Βλαχομήτρου, που το μεγάλωσε κάποιος θείος της που στο επώνυμο λεγόταν Παύλου  κι έγινε κοπέλα της παντρειάς και την πάντρεψαν με το γιο τους το Θύμνιο Παπαγεωργίου.
Και το νέο ζευγάρι το ευλόγησε ο παπάς κι άρχισε να αραδιάζει παιδιά
με τη σειρά:
   1) Τον Ανδρόνικο
    2) Την Ελισάβετ
    3) Τον Γιώργο
     4)Τη Βασιλική (Βασίλω)
     5) Το Χαρίλαο
Ύστερα έμεινε πάλι έγκυος η Βάγια και στους οχτώ μήνες της απέβαλε και πέθανε η μάνα και το παιδί.
Στο μεταξύ ο Θύμνιος έχασε εντελώς την όρασή του από το χτυπημένο μάτι και οι γιατροί αναγκάστηκαν να του το αφαιρέσουν για να μην επηρεαστεί και το γερό του μάτι. Έτσι έμεινε μονόφθαλμος.
Ο ΠΑΠΑ-ΓΙΩΡΓΗΣ είχε πεθάνει και ζούσε η πρεσβυτέρα η Ελισάβετ κι. επειδή η παπαδιά ήταν πολύ μεγάλη στα χρόνια, ο πατέρας των παιδιών  και θετός γιος της ο Θύμνιος ύστερα και από δική της συμβουλή, έψαξε να βρει και να παντρευτεί μια άλλη γυναίκα.
Πήρε παρανταριά  (όλα με τη σειρά) τα ορεινά χωριά της Λαμίας και στο χωριό Σκόρλια, που ήταν κοντά στο Σπερχειό και δίπλα από το δρόμο Λαμίας – Καρπενησίου βρήκε μια κοπέλα, που ήταν γύρω στα 17 χρονών και την έλεγαν Ευαγγελία Τσιούμα. Είχε ένα αδερφό μεγαλύτερο που των έλεγαν Κώσταντίνο και μια αδερφή τη Γιαννούλα. Τον πατέρα τους τον έλεγαν Γιάννη.
Ο πατέρας και η μητέρα της την έδωσαν στον Θύμνιο για να πάει στο Βαρδαλή να την παντρευτεί χωρίς να πουν τίποτε στην ίδια.
Στο δρόμο η Βαγγελή ρώτησε τον Θύμνιο:
=Πού με πηγαίνεις μπάρμπα; Κι εκείνος της απάντησε;
= Εκεί που θα πάμε θα μάθεις,της απάντησε.
Έτσι έφτασαν στο Βαρδαλή όπου βρήκαν τον παπά και πέντε – έξι συγγενείς κι έγινε ο γάμος.
Κι άρχισε ο παππούς μου με τη Βαγγελή να αραδιάζει τα παιδιά της δεύτερης παρτίδας.
   1) Το Θανάση
   2) Το Γιάννη
   3) Το Δημήτρη
   4) Τον Αντώνη και
   5) Τον Κώστα
Για να κάνουμε σούμα πέντε από την πρώτη γυναίκα και άλλα
πέντε από τη δεύτερη δέκα παιδιά το σύνολο.
Βέβαια όταν γεννήθηκε ο μικρότερος ο Κώστας η μεγαλύτερη
κόρη από την πρώτη γυναίκα του η Ελισάβετ είχε παντρευτεί και είχε γεννήσει το δικό της γιο το Σεραφείμ, αυτόν που γράφει αυτές τις γραμμές, έξι μήνες πριν να γεννήσει η μητριά της τον Κώστα. Έτσι ο ανιψιός βρέθηκε να είναι μεγαλύτερος από το θείο του.
Δυστυχώς από τα παιδιά της δεύτερης γυναίκας το ΘΑΝΑΣΗ
τον σκότωσαν οι γύφτοι στο περιβόλι και ο ΚΩΣΤΑΣ σκοτώθηκε κατά περίεργο τρόπο όταν υπηρετούσε στρατιώτης στην Κοζάνη.

ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
Και τώρα στο κύριο πρόσωπο που μας ενδιαφέρει και τους
δυο μας. Ο Ανδρόνικος Παπαγεωργίου ο θείος μου και παππούς της Ανδρονίκης Κολοβού, της γνωστής τηλεπαρουσιάστριας που πήρε και το όνομά του:
Ο θείος Ανδρόνικος ήταν ένας χαρισματικός άνθρωπος.
Από πολύ νωρίς ήθελε να μάθει μια τέχνη και για τον λόγο αυτό
πήγε στο Δομοκό στον υποδηματοποιό Τσίτσα κι έμαθε την τέχνη
του τσαγκάρη (υποδηματοποιού). Βέβαια τα χρόνια εκείνα οι περισσότεροι άνδρες φορούσαν τσαρούχια που έφτιαχναν οι ίδιοι από δέρμα γουρουνιού και είχαν ένα ζευγάρι παπούτσια που πήγαιναν στην εκκλησία.
Αργότερα έφτιαχναν για τη δουλειά παπούτσια βακέτα από
χοντρό δέρμα και σόλα από καουτσούκ που έκοβε ο τσαγκάρης
από μια παλιά ρόδα αυτοκινήτου.
Τα χρόνια όμως ήταν δύσκολα κι ο ουρανός συννέφιασε από Βορρά προς Νότο κι άργησε να ξαστερώσει. Τρία χρόνια κι επτά μήνες: Από τον Απρίλιο του 1941 μέχρι και τον Οκτώβριο του 1944 κράτησε η Γερμανική κατοχή. Στην αρχή ήρθαν μαζί τους και οι Ιταλοί αλλά γρήγορα έχοντας δικά τους προβλήματα έφυγαν αφού αρκετοί απ αυτούς άφησαν τα κόκαλά τους στην Ελλάδα.
Όταν ήρθαν οι Γερμανοί αυτός που γράφει αυτές τις γραμμές δεν υπήρχε κι όταν έφυγαν ήταν έξι μηνών και κάτι ημερών.

Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ
Βέβαια οι δικοί μας δεν κάθισαν με σταυρωμένα τα χέρια.
Πρώτο το Κομουνιστικό Κόμμα Ελλάδας  ΚΚΕ στα 27/9/1941 ίδρυσε το πολιτικό σκέλος του ΕΑΜ (Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου) ως αντιστασιακή οργάνωση μέσα από την οποία εκπήγασε ο ΕΛΑΣ (Εθνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός) που ήταν το στρατιωτικό ένοπλο τμήμα του  
Σαν αντίβαρο, κατά προτροπή του στρατηγού Νικολάου Πλαστήρα που βρίσκονταν στο Παρίσι, ο αντιπρόσωπός του στην Ελλάδα Κομνηνός Πυρομάγλου και ο στρατηγός Ναπολέων Ζέρβας ίδρυσαν τον ΕΔΕΣ (Εθνικό Δημοκρατικό Ελληνικό Σύνδεσμο) με αρχηγό το Ζέρβα.
Στη Μακεδονία ιδρύθηκε η οργάνωση ΠΑΟ (Πανελλήνια Απελευθερωτική Οργάνωση) κυρίως από απόστρατους αξιωματικούς με σαφή αντικομουνιστικό προσανατολισμό και σε αρκετές περιπτώσεις συνεργάστηκε με τους Γερμανούς κατακτητές όπως παραδέχτηκε στη βουλή ο Γεώργιος Γεννηματάς και ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος όταν γίνονταν η συζήτηση για την αναγνώριση της Εθνικής αντίστασης.

Ο ΘΕΙΟΣ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
Ο θείος Ανδρόνικος όταν βγήκε ο Άρης Βελουχιώτης (Αθανάσιος Κλάρας από τη Λαμία) στο βουνό κι άρχισε να φουντώνει το αντάρτικο, παρά τις αντιρρήσεις του παππού μου Θύμνιου έφυγε και πήγε κι αυτός να πολεμήσει τους καταχτητές Γερμανούς και τους δοσίλογους δικούς μας.
Εκεί μάλιστα διακρίθηκε απ’ ότι φαίνεται στις μάχες που έδιναν οι αντάρτες εναντίον του ξένου κατακτητή και πήρε βαθμό ονομαζόμενος κι ο ίδιος καπετάν Πελεκάνος. Ξέρουμε ότι ήταν πολύ καλός στο σημάδι, στο χειρισμό των όπλων στην ευκινησία και στη φυσική εξυπνάδα και στην αντοχή κι επειδή ο ίδιος ήταν πολύ σεμνός και δεν ήθελε να μιλάει για τον εαυτό του αυτά μαθεύτηκαν από συμπολεμιστές του.
Όταν ήταν αντάρτης από το χωριό πέρασε ελάχιστες φορές και πάντα νύχτα και δεν ήθελε να μιλάει ούτε στους δικούς του και τότε κι αργότερα για τα κατορθώματά του.
Όταν έφυγαν οι Γερμανοί τον Οκτώβριο του 1944 επέστρεψε στο σπίτι του και στη δουλειά του.
Αργότερα στο δεύτερο αντάρτικο και τον εμφύλιο πόλεμο αυτός δεν είχε καμία ανάμειξη αν και υπήρξε ένα γεγονός που συνέβη στην εκκλησία του χωριού μας όταν γιορτάζονταν η εθνική γιορτή της 25ης Μαρτίου που κάποιοι Βασιλικοί φώναξαν ΖΗΤΩ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ και κάποιοι αριστεροί -όχι ο θείος- φώναξαν ΑΕΡΑ (δηλαδή δεν θέλουμε το Βασιλιά). Στη συνέχεια όταν βγήκαν έξω από την εκκλησία υπήρξε σύγκρουση ανάμεσα στους βασιλικούς και αντιβασιλικούς στην οποία μετείχε και ο κατοπινός κουνιάδος του Ανδρόνικου Γιάννης Καραμπαϊράμης ως αντιβασιλικός κι ένας φιλοβασιλικός ο Γεώργιος Παντίδος έβγαλε ένα πιστόλι και πυροβόλησε στον αέρα και δίπλα με το μέρος του ήταν και ο Κώστας Αποστολόπουλος.
Κάποια άλλοι όμως από το εκκλησίασμα χώρισαν τις δυο αντιμαχόμενες πτέρυγες και το γεγονός φαίνονταν πως πήρε τέλος.
ΟΜΩΣ  ΟΧΙ. Το τρίτο βράδυ ήρθαν οι αντάρτες (μιλάμε τώρα για το δεύτερο αντάρτικο δηλαδή τον εμφύλιο πόλεμο). Οι αντάρτες λοιπόν έπιασαν τον Παντίδο και τον Αποστολόπουλο, τους πέρασαν από λαϊκό δικαστήριο εκεί έξω μέσα στη νύχτα το οποίο αποφάσισε ΘΑΝΑΤΟΣ. Και τους εκτέλεσαν πιο πάνω από την εκκλησία.
Αυτό το γεγονός σημάδεψε τις σχέσεις των χωριανών για τα επόμενα χρόνια κι όταν έληξε ο εμφύλιος και νίκησαν οι δεξιοί και ξανάφεραν το Βασιλιά η αστυνομία με τους μαύρους καταδότες της χώρισε το λαό σε ΕΘΝΙΚΟΦΡΟΝΕΣ  και φιλοκομμουνιστές μιάσματα. Πολλές φορές τους καλούσε και τους έδινε ένα μπερτάκι ξύλο στο αστυνομικό τμήμα.
Οι πόρτες ήταν όλες κλειστές γι’ αυτούς και για τα παιδιά τους και για τα εγγόνια τους μέχρι 7ης γενεάς.   Πρωθυπουργοί, Τσαλδάρης Παπάγος, Καραμανλής (την πρώτη περίοδο) τα ήξεραν και τα ενέκριναν όλα.
Άλλωστε δημιουργήθηκαν τα ένοπλα ΤΕΑ (τάγματα εθνικής ασφάλειας) στην ύπαιθρο και μόνο οι «ΕΘΝΙΚΟΦΡΟΝΕΣ» έπαιρναν όπλα. Κινδύνευε η Πατρίς από τον αδερφό, το φίλο, το γείτονα, το συγχωριανό.
Και σ’ αυτούς τους επικίνδυνους ήταν και ο θείος Ανδρόνικος, και ο Πεθερός του Γεώργιος Καραμπαϊράμης και τα δύο κουνιάδια του κι ο πατέρας μου Χρήστος Χατζής που ήταν παλιός Βενιζελικός.
Μετά ο Θείος Ανδρόνικος παντρεύτηκε την Τριανταφυλλιά Καραμπαϊράμη κι έχτισαν το σπίτι τους και το τσαγκάρικο και ήταν ένας από τους καλύτερους νοικοκυραίους του χωριού.
Εκεί γεννήθηκαν οι δυο κόρες τους η Βάγια και η Μαρία και όλα πήγαινα  κατ΄ ευχήν.
Ο θείος αγόρασε και κυνηγετικό όπλο και πήγαινε στο κυνήγι με το Θανάση Αναστασίου και το Θωμά Αλεξανδρή. Παράλληλα επειδή είχε αμπέλι πήρε μια μεγάλη κάδη και τρία τέσσερα βαρέλια. Τα ξεφούντωσε μόνος του, έξυσε το παλιό ρετσίνι και τα ξαναφούντωσε. Άρχισε να πίνει και λίγο παραπάνω κρασί αλλά περισσότερο του άρεσε το ούζο. Πολλές φορές όταν πήγαινα στο τσαγκάρικο μ’ έστελνε και του αγόραζα στο μπουκάλι από το κοντινό παντοπωλείο του Τσιρόπουλου.
Ένα Καλοκαίρι θυμάμαι που δούλευε σε μια κομπίνα (θεριζοαλωνιστκή Μηχανή) τσουβαλάς, πέρασε από στρατοδικείο το νερό και το καταδίκασε. Μέσα στην κάψα λοιπόν του Καλοκαιριού έπινε μόνο ούζο.
Είχα πια μεγαλώσει. Τελείωσα το Λύκειο την Ακαδημία, υπηρέτησα σαν έφεδρος αξιωματικός Ανθυπολοχαγός στο στρατό. Απολύθηκα και διορίστηκα δάσκαλος στη Ευρυτανία όπου έμεινα 6 χρόνια. Μετά για 5 χρόνια ήρθα δάσκαλος στο Βαρδαλή. Ο θείος Ανδρόνικος κι ο Θείος Γιώργος το χάρηκαν πολύ.
Αγόρασα ένα Ρωσικό δίκαννο κι έγινα κι εγώ κυνηγός. Μια μέρα με φώναξε ο θείος Ανδρόνικος και μου έδωσε ένα κουτί που είχε μέσα όλα τα σχετικά για να γεμίζω φυσίγγια κυνηγίου. Κενούς κάλυκες καψύλλια Νο 6,45 τάπες μάλλινες και χάρτινες, μια μηχανή για το σφίξιμο των φυσιγγίων και άλλα.
-Πάρ’ τα, μου είπε, ανιψιέ όπλο έχεις και καλό μάλιστα. Σου εύχομαι καλά κυνήγια.
Μετά το Βαρδαλή ζήτησα και πήρα μετάθεση για τη Θεσσαλονίκη διότι σκεπτόμουν πως τα παιδιά μου, όταν μεγάλωναν έπρεπε να είναι κοντά σε Γυμνάσια, Λύκεια και Πανεπιστημιακές Σχολές. Έτσι το Σεπτέμβριο του 1981 με βρήκε η νέα σχολική χρονιά στο 3ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου.
Στις Εθνικές εκλογές του Οκτώβρη γυρίσαμε για να ψηφίσουμε στο χωριό διότι δεν είχαμε μεταφέρει τα πολιτικά μας δικαιώματα.
Από τις εκλογές αυτές βγήκε πρώτο κόμμα με άνετη πλειοψηφία το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό κίνημα (ΠΑΣΟΚ) κι επομένως νέος Πρωθυπουργός της χώρας ο αρχηγός του Ανδρέας Παπανδρέου.
Μία από τις προεκλογικές δεσμεύσεις του ΠΑΣΟΚ ήταν και η
αναγνώριση της ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ. Η Αναγνώριση λοιπόν αυτή ήρθε σε Νομοσχέδιο από την Κυβέρνηση και ψηφίστηκε από  την βουλή και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ (Φύλλο Εφημερίδας της Κυβέρνησης) Άρθρο 12   757Β  ο Νόμος 1285/1982 και αναγνώριζε την Εθνική Αντίσταση του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ  και για την περίοδο από τον Απρίλη του 1941 μέχρι και τον Οκτώβριο του 1944.
Παράλληλα στο Νόμο περιλαμβάνονταν και οι λεπτομέρειες όσον
αφορά τον τρόπο και τις προϋποθέσεις της αναγνώρισης για τους ενδιαφερόμενους.
Η συζήτηση του Νομοσχεδίου για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης στη Βουλή των Ελλήνων έγινε σε τρεις συνεδριάσεις  της (17-19 και 23 Αυγούστου 1982).
Στις συνεδριάσεις αυτές συμμετείχαν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ
του ΚΚΕ και της ΕΔΑ . Οι Βουλευτές της ΝΔ αποχώρησαν όλοι πλην του Παναγιώτη Κανελλόπουλου.
Βέβαια αυτό χαροποίησε το θείο Ανδρόνικο αλλά μελλοντικά το γεγονός της αναγνώρισης αυτή σαν ευχάριστο γεγονός συνδυάστηκε μ’ ένα πολύ δυσάρεστο για εκείνον.
Πρέπει να ήταν, αν δεν κάνω λάθος, η Εθνική γιορτή της 28ης Οκτωβρίου του 1982. Μετά τη λειτουργία και την δοξολογία που ακολούθησε ο ιερέας με τους ψάλτες και το εκκλησίασμα πήγαν στο ηρώον όπου βρίσκεται δεξιά από το Κοινοτικό κτίριο κι ψάλθηκε  επιμνημόσυνη δέηση και κατατέθηκαν στεφάνια ανάμεσα στα οποία κι εκείνο – για πρώτη φορά- για την Ενωμένη Εθνική Αντίσταση από τον θείο μου τον Ανδρόνικο.
Όταν έφτασε η ώρα να το καταθέσει έτρεμε ολόκληρος από τη συγκίνηση για την Μεγάλη τιμή που του γινόταν και κυρίως για την φανερή πλέον προς όλο το λαό αναγνώρισή της.
Καταθέτοντας είπε και δύο λόγια για τους νεκρούς συναγωνιστές του και ενώ οι περισσότεροι παριστάμενοι – πλην των δήθεν εθνικοφρόνων- χειροκροτούσαν ασταμάτητα, οπότε η συγκίνηση του θείου ανέβαινε στο ζενίθ της.
Όλα καλά και ο καθένας γύρισε στο σπίτι του για το γιορτινό τραπέζι. Δεν γνωρίζω ποια στιγμή ο θείος δεν ένοιωσε καλά, ζαλίστηκε κι έπεσε κάτω.
Το ανεπανόρθωτο κακό είχε γίνει. Βαρύτατο εγκεφαλικό, με παράλυση του κεντρικού νευρικού συστήματος.
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ή ασθενής οδηγείται γρήγορα στο θάνατο ή παραμένει φυτό για όλη του την υπόλοιπη ζωή.
Ο θείος τα είχε χάσει όλα εκτός από την μνήμη. Είχε πλήρη συνείδηση του τι είχε πάθει , άκουγε τον συνομιλητή του και καταλάβαινε τι του έλεγε και μπορούσε – όχι μόνος του-αλλά
αν τον έβαζε κάποιος άλλος να καθίσει σε μια πολυθρόνα.
Μιλώντας με τον πατέρα μου στο τηλέφωνο έμαθα τα τόσο δυσάρεστα νέα και όταν ταξιδέψαμε με την οικογένεια στις πρώτες διακοπές εγώ με την γυναίκα μου Σουλτάνα  πήγαμε να τον δούμε.
Τον αγκάλιασα, όπως ήταν καθισμένος κι έκλαιγε σαν μικρό παιδί. Μαζί του έκλαιγα κι εγώ χωρίς να μπορώ να κρατηθώ.
Προσπαθούσε με γρυλισμούς να μου δώσει να καταλάβω τι του συνέβη του δύστυχου. Πήγαμε και τον είδαμε κι ακόμη μια φορά πριν επιστρέψουμε στη Θεσσαλονίκη.
Ύστερα μάθαμε πως η οικογένειά του έφυγε για την Λαμία.
Κι όταν πέθανε ο θείος στη Λαμία είχε πενήντα πόντους χιόνι στη Θεσσαλονίκη κι ένα μέτρο στο χωριό. Δεν μπορέσαμε να πάμε. και δεν ξαναείδα το θείο Ανδρόνικο ζωντανό ή νεκρό.
Έτσι τον έχω μέσα μου ζωντανό. Να καρφώνει και να ράβει στο τσαγκάρικο. Να με συμβουλεύει για το πώς πρέπει να φέρουμε στους γονείς μου που και οι τρείς – τι λέω- και οι τέσσερις έχουν πια φύγει για τους ουράνιους κήπους.
Βέβαια στην κηδεία της θείας Τριανταφυλλιάς, που έγινε στο Βαρδαλή ήρθαμε εγώ και η γυναίκα μου.
Και τώρα θα τελειώσω αυτό το μικρό πόνημα με κάτι ευχάριστο που ανήκει κι αυτό στο παρελθόν άσχετο όμως με το θείο.
Ο μικρότερός μου ο γιος ο Βαγγέλης ήταν φοιτητής στη Μαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Ένα απόγευμα επιστρέφοντας από τη Σχολή στο σπίτι μας στο Εύοσμο μας είπε πως ένα Γυμνάσιο από τη Λαμία είχε έρθει εκδρομή στη Θεσσαλονίκη κι επισκέφθηκε τη Σχολή τους .
Εκεί έπιασε τη συζήτηση με κάποιους μαθητές και μαθήτριες και τους είπε ότι κατάγονταν από το Βαρδαλή του Δομοκού και λέγεται Ευάγγελος Χατζόπουλος.  Τότε μια μαθήτρια είπε πως καταγόταν κι αυτή από το Βαρδαλή και την έλεγαν Ανδρονίκη Κολοβού. Και η συζήτηση έμεινε εκεί.
- Βρε Βαγγέλη, του είπε η Σουλτάνα η μητέρα του, η Ανδρονίκη είναι η κόρη της πρώτης εξαδέλφης του μπαμπά σου της Βάιας, που τον άνδρα της το λένε Γιάννη Κολοβό, εγγονή του θείου του Ανδρόνικου κι επομένως δεύτερη εξαδέλφη σου.

Άγγελος Χατζής.
η Σεραφείμ Χατζόπουλος
        




Νεότερη Παλαιότερη