Αχιλλεύς ο Βασιλεύς των Μυρμιδόνων!!!

Ο ΑΧΙΛΛΕΥΣ ΤΩΝ ΜΥΡΜΙΔΟΝΩΝ
Ο Αχιλλέας, ο «δικός μας» ήρωας, ήταν ο μεγαλύτερος και ο κεντρικός επικός ήρωας της Ιλιάδας του Ομήρου, γιος του Πηλέα και της Θέτιδας, εγγονός του Αιακού (Αχιλλεύς Αιακίδης), λατρευόταν σε όλη την Ελλάδα, κυρίως δε στα παράλια της Μικράς Ασίας, περίφημος για την ανδρεία του, αλλά και την ευγένεια και την ευσέβειά του, καθώς για την πιστή αφοσίωση του αλλά και τα αισθήματά του.
Όταν γεννήθηκε, η μητέρα του θέλοντας να τον καταστήσει αθάνατο, τον βάπτισε στις φλόγες της ιερής φωτιάς ή στα νερά της Στύγας, κρατώντας τον από τη φτέρνα του βλέποντάς την, ο Πηλέας νόμισε πως ήθελε να τον πνίξει έτσι και την έδιωξε πίσω στον πατέρα της, δίνοντάς τον να τον αναθρέψει στον Κένταυρο Χείρωνα, πάνω στο όρος Πήλιο, ο οποίος του δίδαξε ιατρική, μουσική, αλλά και την τέχνη του πολέμου και του κυνηγίου.
Έτσι όμως, η Θέτιδα κατάφερε να τον κάνει άτρωτο και αθάνατο, εκτός από ένα και μόνο σημείο, το σημείο απ' όπου τον κρατούσε, την επονομαζόμενη «αχίλλειο πτέρνα».
Όταν άρχισε η τρωική εκστρατεία, γνωρίζοντας την προφητεία του μάντη Κάλχα, αναφορικά με την αναγκαιότητα της συμμετοχής του στην εκστρατεία, αν οι Έλληνες ήθελαν να κατακτήσουν την Τροία, τον έντυσε με γυναικεία ρούχα και τον παρέδωσε στο βασιλιά της Σκύρου, το Λυκομήδη, για να τον κρύψει ανάμεσα στις κόρες του ο πολυμήχανος, όμως, βασιλιάς της Ιθάκης Οδυσσέας, μεταμφιέστηκε σε πραματευτή και μπήκε στο παλάτι της Σκύρου, αφήνοντας στην άκρη της αυλής μια πανοπλία και μετά σήμανε στα όπλα για πόλεμο, αποκαλύπτοντας την ταυτότητα του Αχιλλέα, που ακούγοντας το σάλπισμα, πέταξε τα γυναικεία ρούχα και πήρε τα όπλα.
Αφού τον έφερε στο φιλότιμο, τον ακολούθησε στην Τροία.
Ο Αχιλλέας υποσχέθηκε ότι μαζί με τους Μυρμιδόνες του θα βοηθούσε τους Έλληνες προτιμώντας να ζήσει λίγα χρόνια αλλά δοξασμένα, παρά πολλά χρόνια και άδοξα μέσα σ' ένα παλάτι μαζί με τις γυναίκες.
Ο Αχιλλέας ηγήθηκε Πελασγών Ελλήνων κατά την εκστρατεία, (Ιλιάδα, Β, 681-5) « .....τους όσοι το Πελασγικόν Άργος έναιον οι τ' Άλον οι τ΄ Αλόπην οι τε Τρηχίν ενέμοντο, οι τα' είχον Φθίην ηδ' Ελλάδα καλλιγύναικα, Μυρμιδόνες δε κελεύντο και Έλληνες και Αχαιοί, των δ' αύ πεντήκοντα νεών ήν αρχός Αχιλλεύς» ( .....εκείνους πάλι που κατοικούσαν στο πελασγικό Άργος, που κατείχαν την Άλον και την Αλόπη και την Τραχίνα, που είχαν τη Φθία και την Ελλάδα με τις όμορφες γυναίκες και λέγονταν Μυρμιδόνες και Έλληνες και Αχαιοί, αυτών αρχηγός ήταν ο Αχιλλέας με πενήντα πλοία!!!)
Εκεί, στην Τροία, κυρίεψε 12 πόλεις από τη θάλασσα και 11 πόλεις από τη στεριά, αιχμαλωτίζοντας τη Βρισηίδα και ο Αγαμέμνονας τη Χρυσηίδα .

Ο αρχιστράτηγος των Ελλήνων, όμως, φέρθηκε άσχημα στον πατέρα της Χρυσηίδας, με αποτέλεσμα ο Απόλλωνας να φέρει λοιμό στο στρατόπεδο, για να τιμωρήσει τον ιερόσυλο Αγαμέμνονα.

Αυτός, μπροστά στον κίνδυνο, αναγκάστηκε να δώσει πίσω στον πατέρα της τη Χρυσηίδα, αλλά απαίτησε από τον Αχιλλέα τη δική του σκλάβα, τη Βρισηίδα, που του την πήρε με τη βία..

Ο Αχιλλέας, με πληγωμένη την περηφάνια του και εντονότατο το θυμό του, αποχώρησε από την εκστρατεία, αρνούμενος κάθε προτροπή να επανασυνταχθεί στο μέρος των Αχαιών, που τους θεωρούσε αχάριστους και αχρείους.
Επέστρεψε μόνο μετά το θάνατο του αγαπημένου του φίλου, Πάτροκλου, στον οποίο είχε δώσει την πανοπλία του, αφού τον θρήνησε, συμφιλιώθηκε με τον Αγαμέμνονα, έχοντας στο μυαλό του μόνο την εκδίκηση για το χαμό του.
Έχοντας προστάτιδές του τη μητέρα του Θέτιδα και την ίδια τη θεά Αθηνά, προέλασε με μηδαμινή αντίσταση στην Τροία, όπου και μονομάχησε με τον Έκτορα, αρχηγό των Τρώων και αφού τον σκότωσε, έδεσε το νεκρό του σώμα πίσω από το άρμα του και το έσυρε γύρω από τα τείχη της Τροίας, που κτίστηκαν με τη βοήθεια του παππού του, Αιακού, μέχρι και το στρατόπεδο των Αχαιών, όπου και το έσυρε γύρω - γύρω από τον τάφο του Πάτροκλου.
Τόσοι ήταν οι Τρώες που σκότωσε ο Αχιλλέας ,ώστε ο Άδης γέμισε ψυχές και ο Σκάμανδρος ποταμός γέμισε με τόσους πολλούς νεκρούς, ώστε δε μπορούσε να διοχετεύσει τα νερά του στη θάλασσα.
Επιστρέφοντας στην Τροία, αφού έκανε εξιλαστήριες θυσίες στην Ελλάδα, ο θεός Απόλλωνας, που γνώριζε το μόνο τρωτό σημείο του Αχιλλέα, βοήθησε τον όμορφο, αλλά δειλό Πάρη , γιο του Πριάμου, να σημαδέψει τον Αχιλλέα με φαρμακωμένο βέλος στην αχίλλειο πτέρνα και να τον σκοτώσει.
Η μητέρα του Θέτιδα και οι υπόλοιπες Νηρηίδες τον θρηνούσαν για 17 ολόκληρες μέρες, όπου η θεά Αθηνά τον έλουζε με αμβροσία, για να μην αποσυντίθεται και οι Νηρηίδες τον έλουζαν με αρωματικά έλαια και μυρωδικά.

Μετά έβαλαν τη στάχτη του σ' ένα χρυσό αμφορέα, μαζί με τη στάχτη του φίλου του Πάτροκλου και τον έθαψαν στην ακτή του Ελλήσποντου με μεγάλες τιμές.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Σκύρο, ο Αχιλλέας είχε ερωτευτεί τη Δηιδάμεια, κόρη του βασιλιά Λυκομήδη και, σε ηλικία 15 χρονών και από την κρυφή σχέση τους γεννήθηκε ο Νεοπτόλεμος, ο οποίος όταν μεγάλωσε, πήρε μέρος κι αυτός στον τρωικό πόλεμο για να εκπληρωθεί έτσι η προφητεία και να νικηθούν οι Τρώες.
Έτσι μπήκε στην πόλη με τον Δούρειο Ίππο, σκότωσε τον Πρίαμο και τον Αστυάνακτα, γιο του Έκτορα, θυσιάζοντας τέλος την Πολυξένη στον τάφο του πατέρα του.

Ο Νεοπτόλεμος παντρεύτηκε την Ερμιόνη, κόρη του Μενέλαου και της Ελένης, και κατέκτησε την Ήπειρο, γεννώντας πολλές κόρες, τις επονομαζόμενες Αιακίδες.


Post a Comment

Αφήστε το μήνυμά σας, το σχόλιο ή τις παρατηρήσεις σας.

Νεότερη Παλαιότερη